Τρίτη, 05 Ιουλίου 2011 19:23

Arte Povera (Φτωχή Τέχνη) - Μέρος Β'

Γράφτηκε από την 
Giovanni Anselmo, "Κατεύθυνση", 1967-1969 Giovanni Anselmo, "Κατεύθυνση", 1967-1969

Η Arte Povera διαλέγεται με τον θεατή μέσα από θραύσματα υλικών, εννοιών, λέξεων, καθώς και μέσα από έναν νομαδισμό, που επιτρέπει την αποφυγή της συνοχής και την συνεχή μετατόπιση από τον πίνακα καβαλέτου στην τοιχογραφία ή στην κατασκευή στο χώρο. Παρατηρώντας ένα πρωινό του 1965 την ανατολή του ήλιου ψηλά από το όρος Stromboli ο Giovanni Anselmo (1934-), διαπίστωσε ότι η σκιά του σώματος του δεν έπεφτε στο έδαφος αλλά στην ατμόσφαιρα, στο κενό. Αυτή η εμπειρία τον έστρεψε στην Conceptual Art και ειδικότερα στην ιδέα μιας τέχνης που θα αναφερόταν στο άχρονο και άμορφο του σύμπαντος. Η ελαστικότητα, η ισορροπία, η δύναμη της βαρύτητας έγιναν οι κύριες ορίζουσες των αναζητήσεων του ως τις αρχές του ?70. Μια πέτρα που πατούσε πάνω σε φρέσκα λαχανικά, δεμένη από κάπου με ένα σκοινί, προδιέγραφε το ενδεχόμενο να πέσει κάποια στιγμή καθώς τα λαχανικά θα μαραίνονταν. Η σχέση της πλαστικής φόρμας με την οργανική διαδικασία, δηλαδή με τον χρόνο και την ενέργεια, βρέθηκε με τον Anselmo στο επίκεντρο της Arte Povera.

 

Giulio_Paolini_1967
Giulio Paolini, "Νέος που κοιτάζει τον Lorenzo Lotto", 1967

Από το δρόμο της Conceptual Art οδηγήθηκε στην Arte Povera και ο Giulio Paolini (1940-), με εικαστικές παρεμβάσεις κυρίως στην περιοχή των γλωσσολογικών συστημάτων. Παρουσιάζοντας μια επιφάνεια διαιρεμένη από μια οριζόντιο, μια κάθετο και δύο διαγώνιες γραμμές φωτίζει ένα μόνο στάδιο της ζωγραφικής, ανάλογο με εκείνο που θα φώτιζε η συντακτική ανάλυση μιας πρότασης. Στο «Νέος που κοιτάζει τον Lorenzo Lotto» (1967), μια ασπρόμαυρη φωτογραφία , αντιστρέφοντας τον τίτλο αλλάζει την σχέση καλλιτέχνη εικονιζόμενου. Τοποθετεί τον θεατή στη θέση του ζωγράφου παραπέμποντας ταυτόχρονα στη στιγμή που ο ίδιος, είδε το έργο του Lotto μέσα από την φωτογραφική μηχανή. Προσθέτει δηλαδή στον χρόνο του Lotto και στον χρόνο του θεατή και το δικό του χρόνο. Η καθημερινή συμβίωση με το ρωμαϊκό, αναγεννησιακό και μπαρόκ παρελθόν είναι για τον Ιταλό καλλιτέχνη ένα αναπόσπαστο βάρος, κάτι που επιβεβαιώνεται και από έργα του των επόμενων δεκαετιών.

Giuseppe_Penone_1980-1982
Giuseppe Penone, "Δέντρο 12 μέτρων", 1980-1982

Ο Giuseppe Penone (1947-) είναι ο καλλιτέχνης που δικαιώνει την άποψη του Celant, ότι οι δημιουργεί της Arte Povera επανένωσαν τον πολιτισμό και την φύση με τον τρόπο που περιγράφει ο ανθρωπολόγος Claude Levi-Strauss, δηλαδή έχοντας συναίσθηση του ότι η φύση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του πολιτισμού. Μαθητής του Pistoletto και του Anselmo ο Penone, εμπλούτισε την Arte Povera με τη μορφοποίηση των προσωπικών του βιωμάτων από το αλπικό τοπίο. Κεντρικό θέμα της δημιουργίας του κατέστησε το δέντρο, το οποίο θεωρεί πρότυπο για τη γλυπτική και σύμβολο ενέργειας, με την κάθετη φόρμα, τα διχαλωτά κλαδιά, τα νερά και τους ετήσιους δακτυλίους, που πιστοποιούν το πέρασμα του χρόνου. Ο ίδιος λέει ότι το δέντρο, απαλλαγμένο από κάθε συναισθηματική, μορφική και πολιτιστική σημασία, το βλέπει όπως είναι στην πραγματικότητα. Σαν ένα ζωντανό στοιχείο σε διαρκή εξέλιξη, γονιμότητα και ανάπτυξη. Το χρησιμοποίησε σαν μια φυσική δύναμη που αντιστάθμιζε και αντιδρούσε σε μια άλλη δύναμη, τη δική του.

Luciano_Fabro_1971
Luciano Fabro, "Χρυσή Ιταλία", 1971

Μια προσέγγιση του κόσμου μέσα από τα ίδια τα πράγματα και όχι με βάση προϋπάρχουσες μορφικές ερμηνείες επιχείρησε ο Luciano Fabro (1936-2007), πιστεύοντας ότι με την προβολή του πνεύματος πάνω σε αυτά μπορεί να τον αλλάξει. Από το 1963 έως το 1966, κινούμενος παράλληλα με τον Pistoletto, προσπάθησε με την χρησιμοποίηση κομματιών καθρέπτη πάνω στη ζωγραφική επιφάνεια, να δείξει στον θεατή τη σημασία του περιβάλλοντος χώρου καθώς αντανακλάται ή παραμορφώνεται. Η σημαντικότερη συμβολή του στην Arte Povera είναι η σειρά με τον τίτλο «Χρυσή Ιταλία» (1971). Αποδίδοντας τη μπότα της ιταλικής χερσονήσου με γυαλί, μόλυβδο, χρυσό, γούνα και άλλα υλικά θέλησε να αισθητοποιήσει τόσο την πλούσια πολιτιστική παράδοση της πατρίδας του όσο και τη μεταπολεμική έκρηξη πλούτου. Μια μπότα κρεμασμένη ανάποδα από το τακούνι θα μπορούσε να θεωρηθεί υπαινιγμός στα γεγονότα του Μαΐου του 1968 ή σχόλιο στην υποθετική μετατόπιση του φτωχού ιταλικού νότου στον βορρά και του πλούσιου βορρά στο νότο.


 

Gilberto_Zorio_1980
Gilberto Zorio, "Για μια κάθαρση των λέξεων", 1980

Την έννοια της συνεχούς αλλαγής και του απρόβλεπτου στο έργο τέχνης, στα πλαίσια της Arte Povera, με έμφαση στο ρόλο της γλώσσας διερεύνησε ο Gilberto Zorio (1944-). Στο γλυπτό με τον τίτλο «Για μια κάθαρση των λέξεων» (1969), ο θεατής μιλούσε μπροστά σε ένα αγγείο με μακρύ λαιμό και τα λόγια του, περνώντας μέσα από οινόπνευμα, προκαλούσαν το άναμμα φώτων στο άλλο άκρο της σύνθεσης.

Ο Restany χαρακτηρίζει ως έναν από τους αγνοημένους προδρόμους της Arte Povera τον Βλάση Κανιάρη (1928-2011). Μετά από σπουδές στην ιατρική και στην Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας ο Κανιάρης πέρασε τέσσερα χρόνια στην Ρώμη (1956-1960) και από το 1960 τα περισσότερα στο Παρίσι, με μεγάλα διαστήματα παραμονής στην Αθήνα και στο Βερολίνο.

vlashs_kaniarhs_1974
Βλάσης Κανιάρης, "Πάνω σε τροχοπέδιλα", 1974

Ο Κανιάρης μπορούσε για πολλά χρόνια να ζήσει και να εργαστεί μακριά από την Ελλάδα, ήταν βαθιά μελαγχολικός και αισθανόταν άπατρις. Κρύβει μέσα του κάτι κριτικό, πολιτικό και αυτό το εκφράζει με montages κοινών και τυχαίων αντικειμένων στα οποία επιφέρει αλλαγές. Όλα τα αντικείμενα που βρίσκει και χρησιμοποιεί κρατούν το μέγεθός τους. Τίποτα δεν παρουσιάζεται παραφουσκωμένο ή σε γιγαντισμό όπως τίποτα δεν αλλάζει στην ουσία, στην υλική του σύσταση. Το χρώμα και το μέγεθος μιλούν για το ανθρώπινο μέτρο και διατηρούνται σταθερά. Η απροσδόκητη συνύπαρξη διαφορετικών υλικών και τυχαίων ευρημάτων, θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει ότι έχουν κάτι από τον Σουρεαλισμό, το όνειρο ή τον εφιάλτη. Ο χαμογελαστός περιπατητής με το κεφάλι από σύρμα και γύψο μεταφέρει ως μοναδικές αποσκευές μια οδοντόβουρτσα και μια οδοντόκρεμα πίσω από το αυτί. Ένα κοστούμι στέκει με ανοιχτά χέρια σαν σκιάχτρο πάνω σε τροχοπέδιλα.

Ο Fontana και ο Burri, έδειξαν στον Κανιάρη μια νέα διάσταση της τέχνης. Πολύπλοκα collages και Decollages με γυψωμένο χαρτί πάνω σε μουσαμά ή ξεσχισμένα και ξανά ζωγραφισμένα αποδίδουν πράγματι ελληνικούς τοίχους από την περίοδο της κατοχής με αντιφασιστικά συνθήματα, που αν και έχουν σβηστεί, μουντζουρωθεί και επιχριστεί, μπορούν ακόμα να διαβαστούν από τους Έλληνες.

vlashs_1974
Βλάσης Κανιάρης, "Άτιτλο", 1974

Στα τέλη του ?50, από τις γωνίες των πινάκων με τους τοίχους ξεπηδούν μερικές φορές κομμάτια ξύλου που ενισχύουν το ρόλο του υλικού. Αυτό γίνεται η αφετηρία για νέα έργα στο Παρίσι, φτιαγμένα από ξύλο, γύψο, συρματένια συμπλέγματα και σιδερόβεργες. Ρούχα άκαμπτα από την κόλλα, στέκουν σαν φετίχ στο χώρο. Ο καλλιτέχνης επιχειρεί μια ακτινογράφηση της οικονομικής και συνειδησιακής κατάστασης. Δείχνει πόσο λεπτός είναι ο πάγος στον οποίο πατούν οι άνθρωποι που προτάσσουν σαν σημαία την ευημερία και την κάλυψη ψυχικών αναγκών. Έχουν κεφάλια, εγκεφάλους και στήθη από γύψο. Οι μετανάστες παρουσιάζονται με την μορφή άδειων ενδυμάτων, μορφές κενές, που περιμένουν στον τοίχο. Στην ξενιτιά γίνονται τα πράγματα ξένα. Ο Κανιάρης είναι ένας πολιτικός καλλιτέχνης και ρεαλιστής.

vlashs_1980
Βλάσης Κανιάρης, "Ουρητήριο", 1980

Επιτομή των αναζητήσεων του Κανιάρη στις δεκαετίες του ?60 και του ?70, μπορεί να θεωρηθεί «Ουρητήριο» στο παλιό παγοποιείο του Φιξ στην Αθήνα το 1980. Ομοιώματα ανθρώπων που ουρούν μπροστά σε έναν τοίχο γεμάτο μισοσβησμένα πολιτικά συνθήματα, με επικρατέστερο ένα κόκκινο που θυμίζει αίμα ανακατεμένο με πύον, άλλοι που σκαρφαλώνουν σε παράθυρα, που περιφέρονται άσκοπα ανάμεσα σε απλωμένα ρούχα, πείθουν για την ειλικρίνεια της κοινωνικής κριτικής του, για την αγωνία του μπροστά στην αθλιότητα της σύγχρονης ζωής και τον μαρασμό των ιδεών. Ο Κανιάρης βλέπει τον τοίχο σαν ένα σύμβολο που ακουμπάμε, στηριζόμαστε, εναποθέτουμε τις ελπίδες μας. Είναι μια στερεή επιφάνεια που κρατάει το οικοδόμημα, όλη μας την ιστορία. Και σε αυτή την υπόθεση θεωρεί ότι όλος ο κόσμος κατουράει επάνω.

Η Arte Povera επέζησε και στην δεκαετία του ?80 προβάλλοντας το αντικείμενο ως μέσο συνειδητοποίησης πολύπλοκων σχέσεων στον κόσμο των πραγμάτων και ως αντιστάθμισμα στην υπερβολική τελειότητα της φόρμας των χρηστικών ειδών από πλαστικό και μέταλλο.




Βιβλιογραφία:
- Άλκης Χαραλαμπίδης, 1993, «Η Τέχνη του Εικοστού Αιώνα», Τόμος 3ος, Εκδόσεις Επιστημονικών Βιβλίων και Περιοδικών
- Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών Παρισιού, 1991, «Ομάδες, Κινήματα, Τάσεις της σύγχρονης τέχνης μετά το 1945», Εξάντας Εκδοτική Α.Ε.
- Σταύρος Τσιγκόγλου, 2000, «Η Τέχνη στο τέλος του αιώνα», Τα Νέα της τέχνης, Αθήνα
- Ιστοσελίδα της Wikipedia

Κατερίνα Ρουμπέκα

Eιμαι απόφοιτος της Καλών Τεχνών του Α.Π.Θ απο το 2006 ενώ παράλληλα απέκτησα και τον τίτλο του τεχνικού συντήρησης έργων ζωγραφικής απο δημόσιο ΙΕΚ. Από το 1996 έχω λάβει μέρος σε πολυάριθμες ομαδικές εκθέσεις ενώ σε μια εξ αυτών απέσπασα και βραβείο. Πιο πρόσφατη έντονη δημιουργική εμπειρία, τα καθήκοντα μου ώς βοηθός σκηνοθέτη σε ταινία μικρού μήκους που φτιάχτηκε απο το artspot.gr