Στην αυγή του 2ου αιώνα π.Χ., οι Ρωμαίοι είχαν κυριαρχήσει στην Ιταλία, στη Σικελία, στη Σαρδηνία, στην Κορσική και στις πρώην καρχηδονιακές αποικίες της Νότιας Γαλλίας και της Ισπανίας. Το 151 π.Χ. υπέταξαν οριστικά την Καρχηδόνα, το 148 π.Χ. προσάρτησαν την Ελλάδα, το 131 π.Χ. το βασίλειο της Περγάμου και το 31 π.Χ. εκείνο της Αιγύπτου. Η ρωμαϊκή ισχύς περιορίστηκε σε στρατιωτικό, πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, ενώ η ανώτερη ρωμαϊκή τάξη υιοθέτησε στοιχεία από τον τρόπο ζωής και διασκέδασης των Ελλήνων. Τα εδάφη που είχε καταλάβει η Ρωμαϊκή Δημοκρατία, οργανώθηκαν αποτελεσματικότερα από τον Αύγουστο (27 π.Χ.-14 μ.Χ.), τον πρώτο Ρωμαίο αυτοκράτορα που εγκαινίασε την περίοδο της «Ρωμαϊκής Ειρήνης» (Pax Romana) στην περιοχή της Μεσογείου. Οι άμεσοι διάδοχοί του Αυγούστου και η Δυναστεία των Φλαβίων (69-98 μ.Χ.) επέκτειναν τα όρια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, που έφτασε στη μεγαλύτερή της εδαφική εξάπλωση την εποχή του Τραϊανού (117-138 μ.Χ) και των Αντωνίνων αυτοκρατόρων (138-192 μ.Χ.) από την Βόρεια Αφρική έως τη Σκωτία και από τον Ευφράτη ποταμο έως τον Ατλαντικό ωκεανό.
Ζωγραφική και Ψηφιδωτά
Οι τοιχογραφίες και τα ψηφιδωτά που διακοσμούσαν τα σπίτια της ιταλικής χερσονήσου τον 2ο-1ο αιώνα π.Χ. και τον 1ο μ.Χ. ανήκουν σε ένα εικαστικό ύφος που αναπτύχθηκε στα ελληνιστικά βασίλεια, όπως βλέπει κανείς στα γλυπτά, στις τοιχογραφίες, στα ψηφιδωτά από την Πομπηία και το Ερκουλάνεουμ που έμειναν θαμμένα κάτω από τη λάβα και τις στάχτες του Βεζούβιου από το 79 μ.Χ. έως τον 18ο αιώνα. Το γνωστότερο και εντυπωσιακότερο από τα ψηφιδωτά, που εικονίζει τη νίκη του Μεγάλου Αλέξανδρου κατά των Περσών στην Ισσό είναι ελληνιστικό όχι μόνο στο θέμα αλλά και στο ύφος (Εικ. 1). Τα χρώματα που κυριαρχούν είναι το μαύρο, το άσπρο, το κόκκινο, το κίτρινο με τις ενδιάμεσες αποχρώσεις του, τα χρώματα δηλαδή στα οποία περιοριζόταν η παλέτα ορισμένων Ελλήνων ζωγράφων του 5ου και 4ου αιώνα π.Χ. Στην όλη σύνθεση, όπου διακρίνεται το πρόσωπο του Αλεξάνδρου και του Δαρείου, η έμφαση δίδεται στη δραματικότητα της στιγμής, ενώ οι μορφές αποκτούν βάρος και υπόσταση χάρη στις σκιές τους που διαγράφονται στο έδαφος. Η απόδοση του φωτός εντυπωσιάζει όπως και η αίσθηση της κίνησης στις τρεις διαστάσεις.
Η Πομπηία και το Ερκουλάνεουμ ήταν επαρχιακές πόλεις και ως εκ τούτου δε μπορούν να συγκριθούν από άποψη πλούτου και τεχνών με την Αλεξάνδρεια ή τη Ρώμη. Ωστόσο, η παράσταση με σκηνή διονυσιακών μυστηρίων (Εικ. 2), που προέρχεται από τη Βίλα των Μυστηρίων στην Πομπηία είναι πραγματικά εντυπωσιακή. Η στάση και τα πρόσωπα των μορφών -οι οποίες εντάσσονται σε μια σύνθεση που είναι προορισμένη για το συγκεκριμένο χώρο- δείχνουν να προέρχονται από την ελληνιστική γλυπτική. Η όλη σκηνή εικονίζει πιθανότατα μια τελετή μύησης, χωρίς να υπάρχει τίποτα το οργιαστικό όπως αποτυπώνεται στα ελληνιστικά αγγεία. Οι μορφές, οι οποίες αποδίδονται σε μέγεθος λίγο μεγαλύτερο του φυσικού, τοποθετούνται σε μια πλατφόρμα, ενώ παντού υπάρχει μια ηρεμία που καθηλώνει τον θεατή. Παράλληλα, ο αρχιτεκτονικός ιλουζιονισμός που διέπει την εν λόγω τοιχογραφία, είναι ένα από τα ιδιαίτερα γνωρίσματα της ιταλικής ζωγραφικής της εποχής. Ήδη από τις αρχές του 1ου αιώνα π.Χ., κάνουν την εμφάνισή τους φιλόδοξα διακοσμητικά θέματα, που επιδιώκουν να διευρύνουν οπτικά τον χώρο των δωματίων με κίονες, θριγκούς και άλλα αρχιτεκτονικά στοιχεία. Συχνά στις διακοσμητικές αυτές τοιχογραφίες, ενσωματώνονται και εικονιστικές σκηνές, σαν ένα είδος πίνακες κρεμασμένοι από τους τοίχους της βασικής αρχιτεκτονικής σύνθεσης. Αργότερα, στον ίδιο τοίχο δημιουργούνται οπτικά ανοίγματα, είτε πραγματικά είτε με τη μορφή ψευδοπαραθύρων. Τον 1ο αιώνα μ.Χ. η ιδιότυπη αυτή αρχιτεκτονική εκτελείται με μεγαλύτερη φαντασία, απεικονίζοντας κομψότερα κτήρια. Το προοπτικό βάθος υποβάλλεται με ένα σύστημα ορθογώνιων ή γραμμών που συγκλίνουν προς έναν κεντρικό άξονα, σύστημα που εμπνέεται από τις συμβάσεις της θεατρικής σκηνογραφίας της ελληνιστικής Ανατολής.
Στα σπίτια (Εικ. 3, 4) κάποιων εύπορων εμπόρων συναντά κανείς τη συνύπαρξη πολλών ιλουζιονιστικών, οπτικών τρικ. Έτσι, μπορεί να δει κανείς ζωγραφισμένα ομοιώματα μαρμάρων, πίνακες τοποθετημένους σε πλαίσια και νεκρές φύσεις (Εικ. 5). Η ρωμαϊκή οικία δεν ήταν μόνο τόπος κατοικίας, αλλά ήταν συνάμα ιερό και θυσιαστήριο. Τα βασικά της δωμάτια τελούσαν υπό την προστασία διαφόρων θεοτήτων, που συχνά απεικονίζονταν στους τοίχους. Ενδεικτικά, η τραπεζαρία είχε προστάτη τον Βάκχο και η κρεβατοκάμαρα την Αφροδίτη. Οι ζωγραφικές παραστάσεις αντανακλούσαν την κοινωνική θέση και το πνευματικό επίπεδο του ιδιοκτήτη. Ως εκ τούτου, οι μορφωμένοι προτιμούσαν τα ελληνικά θέματα, ενώ οι νεόπλουτοι τη διακοσμητική υπερβολή και τη χλιδή. Οι διακοσμήσεις των σπιτιών περιελάμβαναν συχνά αυτό που θα ονομάζαμε τοπία, όπως παρατηρεί κανείς στα ερείπια μιας οικίας στη Ρώμη όπου σώζονται σκηνές από την Οδύσσεια (Εικ. 6), καθώς και σε τοίχους από την έπαυλη της Λιβίας, γυναίκας του Αυγούστου στην Πριμαπόρτα (Εικ. 7).
Οι καλύτερες από τις τοιχογραφίες της Πομπηίας διακρίνονται για τη φρεσκάδα τους, τη ζωντάνια και την ελευθερία στην απόδοση του θέματος. Ορισμένα από τα παραστατικότερα έργα ζωγραφικής που έχουν βρεθεί στην Πομπηία, απεικονίζουν απλούς ανθρώπους. Η γνωστή με την επωνυμία «ο φούρναρης και η γυναίκα του», προέρχεται από τον τοίχο ενός καταστήματος (Εικ. 8). Αυτού του τύπου οι προσωπογραφίες, θα αποτελέσουν τη βάση για τα πορτραίτα του Φαγιούμ προαναγγέλλοντας τις εξελίξεις στη βυζαντινή τέχνη η οποία θα διατηρήσει κάποιες από τις σύγχρονες εικαστικές συμβάσεις επενδυμένες όμως με ένα νέο αισθητικό-ιδεολογικό περίβλημα που ανταποκρίνεται στον χριστιανικό ορίζοντα προσδοκίας.
Στειακάκης Χρυσοβαλάντης
(Ιστορικός Τέχνης)
Ενδεικτική Βιβλιογραφία:
- Gombrich, E. H., Το χρονικό της τέχνης, Μτφρ. Κάσδαγλη Λ., Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ, 19992.
- Ramage N. H. - Ramage A., Ρωμαϊκή τέχνη, Μτφρ. Ιωακειμίδου Χ., Επιμέλεια Στεφανίδου-Τιβερίου Θ., Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 2000.
- Χόνορ, Χ. - Φλέμινγκ, Τζ., Ιστορία της τέχνης, τόμ. 1, Μτφρ. Παππάς Α., Αθήνα, Εκδόσεις Υποδομή, 1991.