Δευτέρα, 15 Φεβρουαρίου 2010 14:48

Γιατί η ζωγραφική, σύμφωνα με τον Πωλ Γκωγκέν, είναι η ωραιότερη απ' όλες τις τέχνες...

Γράφτηκε από την 
Στο βιβλίο του «Σημειώσεις για τη ζωγραφική» (περ.1890), ο ζωγράφος παραδέχεται ότι η τέχνη της ζωγραφικής είναι η ωραιότερη όλων. Ο Γκωγκέν τεκμηριώνει την άποψή του, παραθέτοντας τις ακόλουθες σκέψεις: «Σε αυτή συνοψίζονται όλες οι αισθήσεις. Μπροστά απ? αυτή καθένας μπορεί, βάζοντας τη φαντασία του να δουλέψει, να πλάσσει ένα μυθιστόρημα και με μια ματιά μονάχα, να νιώσει το πνεύμα του κυριευμένο από βαθιές αναμνήσεις, δίχως ν? απαιτείται καμιά προσπάθεια της μνήμης, καθώς όλα συνοψίζονται σε μία μόνο στιγμή. Ολοκληρωμένη τέχνη, η οποία συγκεφαλαιώνει και συμπληρώνει όλες τις άλλες. Όπως συμβαίνει με τη μουσική, η οποία επενεργεί στην ψυχή μέσω των αισθήσεων, έτσι και οι αρμονικοί τόνοι αντιστοιχούν στις αρμονίες των ήχων. Στη ζωγραφική, εντούτοις, επιτυγχάνεται μια ενότητα ακατόρθωτη στη μουσική, στην οποία οι συγχορδίες διαδέχονται η μια την άλλη, γι? αυτό και η κρίση εργάζεται συνεχώς, προκειμένου να ενώσει το τέλος με την αρχή. Το αυτί, με δυο λόγια, είναι το αισθητήριο όργανο που αντιλαμβάνεται ένα μόνο ερέθισμα κάθε φορά, ενώ η όραση περιλαμβάνει τα πάντα, απλοποιώντας τα, συγχρόνως, κατά βούληση».
Ο Γκωγκέν, συγκρίνοντας τη ζωγραφική με την τέχνη της μουσικής, εντοπίζει ένα καίριας σημασίας ζήτημα που αφορά στη ζωγραφική τέχνη, εκείνο της ενότητας της αισθητικής εμπειρίας που βιώνει ο θεατής απέναντι από το εκάστοτε έργο της τέχνης. Αντιθέτως, όταν ακούμε μουσική, σύμφωνα με τον ζωγράφο, αντιλαμβανόμαστε ένα ερέθισμα κάθε φορά, γεγονός που αφαιρεί από την ακουστική εμπειρία την αίσθηση της ενότητας.

Από το ενιαίο σύνολο του εικαστικού έργου, φυσικά, καθένας από εμάς θα επιλέξει να σταθεί σε συγκεκριμένα σημεία και να ερμηνεύσει ορισμένα μέρη που συνέχουν το έργο. Αυτό συμβαίνει λόγω της τάσης μας να αποθηκεύουμε στη μνήμη μας ορισμένες μόνο από τις πληροφορίες που συλλέγουμε. Το ποιες είναι αυτές οι πληροφορίες εξαρτάται από τις προτιμήσεις και τα ειδικά ενδιαφέροντά μας τη δεδομένη στιγμή της παρατήρησης. Το βέβαιο πάντως είναι ότι αυτή η διαδικασία της αφαίρεσης έπεται της σφαιρικής πρόσληψης ενός έργου τέχνης ως καλλιτεχνικής ολότητας.

Ένα εξίσου ενδιαφέρον χωρίο από τα λεγόμενα του Γκωγκέν πηγάζει από την αντιπαραβολή της ζωγραφικής και της μουσικής με τη λογοτεχνία. Ο Γκωγκέν αναφέρει σχετικά:
«Μπορεί κανείς να ονειρεύεται ό, τι θέλει ακούγοντας μουσική, το ίδιο και κοιτώντας ένα πίνακα. Απεναντίας, όταν διαβάζουμε ένα βιβλίο, είμαστε δέσμιοι της σκέψης του συγγραφέα. Ο συγγραφέας είναι υποχρεωμένος να απευθυνθεί στο νου προτού αγγίξει την καρδιά?».

Η λογοτεχνία απευθύνεται κατά κύριο λόγο στο νου και γι? αυτό, όπως καταθέτει ο ζωγράφος, κατευθύνεται σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό από τη σκέψη του συγγραφέα. Από ένα λογοτεχνικό βιβλίο θυμόμαστε την υπόθεση, την πλοκή, τους ήρωες, όπως ο συγγραφέας μας υποδεικνύει να πράξουμε. Κανείς μας δεν κάνει λόγο για το ύφος της γραφής του συγγραφέα ή για τη γλώσσα που μεταχειρίζεται, έστω κι αν τα συστατικά αυτά είναι τελικά εκείνα που μας οδηγούν στην ολοκλήρωση ή όχι της μελέτης ενός λογοτεχνικού έργου (δεδομένου του ότι οι βασικοί άξονες του μύθου δεν μπορεί παρά να είναι διαχρονικά συγκεκριμένοι).

Τέλος, ο Γκωγκέν καταθέτει τη σκέψη ότι μια ακόμη διαφορά ανάμεσα στη ζωγραφική (και τη μουσική) και στη λογοτεχνία έγκειται στα μέσα που χρησιμοποιούμε για να κρίνουμε αυτές τις μορφές τέχνης. Πιο συγκεκριμένα:     
«Προκειμένου να κρίνει κανείς ένα βιβλίο, χρειάζεται ευφυία και θεωρητικό υπόβαθρο. Προκειμένου να κρίνει τη ζωγραφική και τη μουσική κάποιου άλλου, χρειάζεται, εκτός από ευφυία και θεωρητική κατάρτιση, ιδιαίτερη ευαισθησία απέναντι στη φύση».

Ο Γκωγκέν υποστηρίζει ότι για να κρίνουμε ένα λογοτεχνικό βιβλίο, επιστρατεύουμε τη νοητική μας ικανότητα και το θεωρητικό μας υπόβαθρο. Απεναντίας για να αξιολογήσουμε ένα ζωγραφικό ή μουσικό έργο χρειάζεται, εκτός των προαναφερθέντων, να διαθέτουμε ευαισθησία απέναντι στη φύση, ώστε να είμαστε σε θέση να διαγνώσουμε τις λεπτές τονικές αποχρώσεις και την αρμονία ενός εικαστικού έργου τέχνης.

Βεβαίως, στο σημείο αυτό θα τολμήσω να εκφράσω τη διαφωνία μου, καθώς θεωρώ ότι ευαισθησία χρειάζεται να διαθέτει τόσο ο κριτικός της λογοτεχνίας, όσο και ο ίδιος ο αναγνώστης, προκειμένου να εντοπίσει τον ιδιαίτερο τρόπο γραφής ενός συγγραφέα, το πώς αποδίδει λογοτεχνικά ένα στιγμιότυπο, μία εικόνα, ακόμη κι ένα διάλογο.

Ο Γκωγκέν μάς έθεσε υπόψη τις σκέψεις του για την ανωτερότητα της ζωγραφικής έναντι της μουσικής και της λογοτεχνίας. Σε όποιο βαθμό κι αν διαφωνούμε με τα λεγόμενά του, ένα είναι το μόνο βέβαιο: Ότι οι σκέψεις του μας οδηγούν σε προβληματισμό και αποκαλύπτουν μία σημαντική διάσταση του ανθρώπου της τέχνης και του πνεύματος γενικότερα. Ότι πέρα από δημιουργός, είναι και εκφραστής διανοημάτων?
.
Ειρήνη Σπυριδάκη

Aσχολούμαι με την μοντέρνα ζωγραφική και κατοικώ στο Ηράκλειο Κρήτης. Έχω σπουδάσει Κλασική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, με μεταπτυχιακά στο ΕΑΠ. Μαθήτευσα στο εργαστήρι ζωγραφικής του λέκτορα αισθητικής αγωγής Αζαρία Μαδανιάν. Έχω συμμετάσχει σε διεθνείς και πανελλήνιες ομαδικές εκθέσεις, αποσπώντας διακρίσεις σε διαγωνισμούς και έχω πραγματοποιήσει μία ατομική έκθεση.