Αυτή την ιλιγγιώδη δεκαετία αφηγείται η μεγάλη έκθεση «Η Μαρία Κάλλας και η Σκάλα του Μιλάνου», που παρουσιάζεται για δύο μήνες στο φουαγιέ του ισογείου του Μεγάρου Μουσικής.
Πρόκειται για είκοσι βαρύτιμα κοστούμια -τα δώδεκα από τα οποία φέρουν την υπογραφή του Νικολά Μπενουά- που φόρεσε η Κάλλας σε δώδεκα παραστάσεις της Σκάλα, σπάνιο φωτογραφικό υλικό, αντικείμενα, βίντεο και πρωτότυπο ηχητικό υλικό από τις παραστάσεις της (σε επιμέλεια Εφης Ανδρεάδη). Το υλικό δεν έχει παρουσιαστεί ποτέ εκτός Ιταλίας.
Η Κάλλας πραγματοποίησε την πρώτη εμφάνισή της στη Σκάλα το 1950, όταν ήταν υπέρβαρη και το θέατρο, που είχε γνωρίσει στιγμές δόξας στο παρελθόν, βρισκόταν σε περιόδο παρακμής. Ο νέος διευθυντής του, Νικόλα Μπενουά, δεν είχε ακόμη δώσει το στίγμα του και η όπερα περνούσε μέρες κόπωσης και εξάντλησης. Οι πρώτες εμφανίσεις της πραγματοποιήθηκαν υπό το άγρυπνο βλέμμα του Μπενουά, που υπήρξε ένας εξαιρετικός σκηνογράφος και ενδυματολόγος.
Μέσα σε τρία χρόνια η αδέξια σοπράνο έχασε 30 κιλά, μεταμορφώθηκε σε μια κομψή αριστοκρατική φιγούρα και ταυτόχρονα τελειοποίησε τη σκηνική της παρουσία, ενώ οι παραστατικές τέχνες ανθούσαν, άλλαζαν οι ιδέες για τα κοστούμια και η σκηνή, επιτέλους, αποκτούσε δραματική υπόσταση.
Η Κάλλας και ο μεγάλος ανανεωτής του θεάτρου Λουκίνο Βισκόντι έγραψαν από κοινού ιστορία. Ακολουθώντας τη νεωτερική θεατρική σύλληψή του η Κάλλας έγινε το σύμβολο της ανατροπής του ακαδημαϊσμού της ιταλικής όπερας, ενώ οι ενδυματολόγοι τής έδωσαν ρούχα που δεν είχε ξαναδεί ο κόσμος του θεάτρου.
Η Κάλλας αποχαιρέτησε τη Σκάλα, το 1961, με τη «Μήδεια» του Κερουμπίνι σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή και σκηνικά και κοστούμια Γιάννη Τσαρούχη, με τον Τούλιο Σεραφίν στο πόντιουμ.
Η Εκθεση, που τελεί υπό την αιγίδα της πρεσβείας της Ιταλίας στην Αθήνα, θα διαρκέσει έως τις 8 Μαΐου.
Καθημερινά 10 π.μ.-6 μ.μ.
Είσοδος 6 ευρώ , παιδικά-φοιτητικά: 3 ευρώ , οικογενειακό εισιτήριο 10 ευρώ .