Η σειρά «Η Ευρώπη λογοτεχνικά» δρομολογήθηκε το 2008 εξ αφορμής του «Ευρωπαϊκού Έτους Διαπολιτισμικού Διαλόγου» και φιλοξενεί για τρίτη φορά την ελληνική λογοτεχνία. Στις 10 Δεκεμβρίου θα παρουσιασθεί, με δύο σύντομα πεζογραφήματά του, ο λογοτέχνης Βασίλης Αμανατίδης, ο οποίος επί του παρόντος ζει στο Βερολίνο ως υπότροφος της Αντιπροσωπείας του Κρατιδίου Βορείου Ρηνανίας-Βεστφαλίας στην Ομοσπονδία.
Στο πλαίσιο αυτής της υποτροφίας ο Βασίλης Αμανατίδης παρουσιάσθηκε τον Οκτώβριο 2013 σε λογοτεχνική εκδήλωση αφιερωμένη στο έργο του, ενώ τον Νοέμβριο 2013 συμμετείχε σε συζήτηση στρογγυλής τραπέζης με θέμα τις προοπτικές της ευρωπαϊκής νεολαίας. Και οι δύο αυτές εκδηλώσεις έλαβαν χώρα στην Αντιπροσωπεία του Κρατιδίου Βορείου Ρηνανίας-Βεστφαλίας στην Ομοσπονδία.
Την εκδήλωση της 10ης Δεκεμβρίου θα συντονίσει ο Thomas Wohlfahrt, διευθυντής του Λογοτεχνικού Εργαστηρίου Βερολίνου (Literaturwerkstatt Berlin).
- Για λόγους ασφαλείας στην είσοδο θα ζητηθεί η επίδειξη δελτίου ταυτότητος ή διαβατηρίου.
- Μετά την παρουσίαση του λογοτέχνη θα ακολουθήσει δεξίωση.
Ο Βασίλης Αμαντίδης γράφει για τον εαυτό του
«Γεννήθηκα το 1970 στη Θεσσαλονίκη. Μεγάλωσα μες στο ανοίκεια προστατευτικό κουκούλι μιας οικογένειας που μοιάζει πλέον μέσα μου με χώρα. Σπούδασα αρχαιολογία και ιστορία της τέχνης, πιστεύοντας πως θα ακολουθήσω ακαδημαϊκή καριέρα. Παράτησα στη μέση ένα διδακτορικό, γιατί στα 35 μου ένιωσα πως θα ήθελα να είμαι μόνο καλλιτέχνης (της γραφής). Κάνω όμως ακόμη πού και πού επιμέλειες εικαστικών εκθέσεων, γιατί η οπτική γλώσσα προσομοιάζει στον χώρο των ονείρων, δηλαδή της ποιήσεως. Στα ελληνικά, η λέξη ποίηση προκύπτει από το ρήμα «ποιώ» (φτιάχνω). Γράφω ποίηση από το 1990, και δημοσιεύω από τότε. Αλλά πεζογραφία έγραψα μόλις ένιωσα την ανάγκη να επικοινωνήσω με κάπως περισσότερους ανθρώπους. Παραδόξως, ήταν η χρονιά που αποφάσισα πως πρέπει να μείνω μόνος μου. Στην Ελλάδα μένουμε με τους γονείς μας συχνά μέχρι να γεράσουμε. Έχω γράψει 7 βιβλία ποίησης, δύο βιβλία διηγημάτων και δύο θεατρικά έργα. Μεταφράζω στα ελληνικά ποίηση και πεζογραφία, ασκούμενος έτσι στη γλώσσα των άλλων. Δύο από τις εργασίες αυτές (πάνω σε κείμενα του e.e. cummings και του Witold Gombrowicz) πήραν μέσα μου τις διαστάσεις μιας μεταφραστικής performance: όταν προσπαθείς να αγαπηθείς από έναν πατέρα, εν αγνοία του, ανταποδίδοντάς του την αγάπη που σου έδωσε, εν αγνοία του. Έγραψα πολλά ποιήματα για όντα (ζώα, φυτά, ανθρώπους) που αδυνατούν να εννοήσουν πως γύρω τους συμβαίνουν κοσμογονίες, και αυτό τα καθιστά μισο-κωμικά, μισο-δραματικά πλάσματα. Τα πεζά μου είναι γεμάτα αποτομές, παραμορφώσεις, υβριδισμούς, αλλά και υποθετικές συνενώσεις. Στόχος: οι πολλαπλές πραγματικότητες, ο ρεαλισμός του φανταστικού, εν τέλει ένα πεδίο συμφιλίωσης. Αγαπώ να διαβάζω ο ίδιος τα κείμενά μου μπροστά σε κοινό, γιατί το σώμα φθείρεται, αλλά σιγά σιγά γίνεται κείμενο. Ειδικά μπροστά στα μάτια των άλλων. Τελευταία, ελλοχεύει μέσα μου και παντού μια ενηλικίωση. Η αναγνώριση και ομολογία της κατάστασης των πραγμάτων ως έχουν.»