Η τέχνη του προχωρημένη, πέρα από τον αναπαραστατικό προβληματισμό των συγχρόνων του, αντιπροσωπεύεται καλύτερα στους κύκλους των τοιχογραφιών, παρά στους φορητούς πίνακές του. Ο Γκιρλαντάιο, θεωρούσε εξωτερικά και χωρίς ιδεολογικό βάθος, τα θέματα που απασχολούσαν τότε τους καλλιτέχνες, όπως η προοπτική και τα κλασικά μοτίβα. Έστρεψε το ενδιαφέρον του προς τη ζωγραφική των Φλαμανδών, γνωστή στη Φλωρεντία από τα έργα των βαν ντερ Βάυντεν, βαν ντερ Χους και Χανς Μέμλινγκ, η οποία τον βοήθησε να αναπτύξει τον χαρακτηριστικό λεπτομερειακό ρεαλισμό της τέχνης του.
Στη δεκαετία του 1470 έως 1480, ανήκουν οι νεανικές νωπογραφίες του στην ενοριακή εκκλησία της Τσερτσίνα, στο ναό των Αγίων Πάντων της Φλωρεντίας και κυρίως στην Κολλεγιακή εκκλησία του Σαν Τζεμινιάνο, όπου ζωγράφισε έναν κύκλο με σκηνές από τον Βίο της Αγίας Φίνας, ανάμεσα στις οποίες διακρίνονται η «Εμφάνιση του Αγίου Γεωργίου στην Αγία Φίνα» και η «Εκφορά της Αγίας». Έργα του 1484, εποχή της ωριμότητάς του, είναι οι νωπογραφίες στο παρεκκλήσιο Σασσέττι της Αγίας Τριάδος της Φλωρεντίας και στο ιερό της Σάντα Μαρία Νοβέλλα, όπου η αφήγηση αποκτά κάποτε ηθογραφικό περιεχόμενο. Ο περιγραφικός ρεαλισμός του Γκιρλαντάιο, εκδηλώνεται κυρίως στις προσωπογραφίες, είδος με το οποίο συχνά ασχολήθηκε και που πρόσφερε στην ισχυρή παρατηρητικότητά του, την εκφραστική καταξίωσή της.
Ο Ριντόλφο (Φλωρεντία 1483-1561), γιος του Ντομένικο, είχε την ίδια ρεαλιστική διάθεση με τον πατέρα του, αλλά μικρότερη επινοητικότητα. Η ευχέρεια με την οποία ο Γκιρλαντάιο χειριζόταν όλα τα επιτεύγματα της φλωρεντινής τέχνης της δεύτερης πεντηκονταετίας του 15ου αιώνα, η ζωηρή περιέργεια για το περιβάλλον του και η δροσερή και αβίαστη αφηγηματική του διάθεση διαμόρφωσαν το προσωπικό ευχάριστο ύφος του.
Η τοιχογραφία «Η Κλήση των Αποστόλων» 1481-1482, έχει αντίστοιχη τη «Διάβαση της Ερυθράς Θαλάσσης», που εικονίζεται στον απέναντι τοίχο. Ο Σάουερ εξηγεί τον παραλληλισμό ανάμεσα στις δύο συνθέσεις, με την παρουσία της θάλασσας. Η θάλασσα εξουδετέρωσε τους εχθρούς της πίστεως, έτσι και ο Χριστός από την θάλασσα καλεί τους Αποστόλους, που θα υπερασπίσουν την πίστη. Ο παραλληλισμός βρίσκεται εντελώς μέσα στο πνεύμα των ιδεών που ο πάπας Σίξτος ήθελε να διαδώσει με τη διακόσμηση της Καπέλλα Σιξτίνα. Μολονότι ένα μέρος της εκτελέσεως οφείλεται σε συνεργάτες, το έργο επιβάλλεται με την ευρύτητα και το βάθος του τοπίου, με την πλαστική στερεότητα των προσώπων. Η αφήγηση είναι αυστηρή, όσο και αν πλουτίζεται με την ποικιλία των στάσεων και με τα αστραφτερά χρώματα. Ο Γκιρλαντάιο είχε κατανοήσει τις ιδιαίτερες απαιτήσεις που επέβαλλε στους καλλιτέχνες το περιβάλλον, μεγαλείο και ήρεμη έκφραση. Κατόρθωσε να συλλάβει τη σημασία και τον χαρακτήρα των σκηνών που έμελλε να απεικονίσει.
Η απόδοση του θέματος «Η Προσκύνηση των Μάγων» 1487, σε στρογγυλό σχήμα είχε ήδη επιχειρηθεί από τον Φρα Αντζέλικο, τον Ντομένικο Βενετσιάνο και τον Μποτιτσέλι. Ο Γκιρλαντάιο αποδύθηκε σε αυτή την προσπάθεια μόνο μια φορά και προς το τέλος της σταδιοδρομίας του, σαν να ήταν μια προσωπική πρόκληση. Προσάρμοσε το σύστημα tondo (στρογγυλός στα ιταλικά) του Μποτιτσέλι. Έφερε τα επίπεδα πιο κοντά και μίκρυνε την κλίση του επιπέδου όπου είναι τοποθετημένες οι μορφές, έτσι ώστε οι λεπτομέρειες των χαρακτηριστικών τους να είναι πιο σαφείς. Πειθήνια άλογα έχουν τοποθετηθεί σε διάφορες θέσεις, στρατιώτες με αστραφτερούς θώρακες και σημαίνοντες Φλωρεντινοί, ελαφρά μεταμφιεσμένοι, με μερικές ανατολικές λεπτομέρειες. Ξεχωρίζει ένας μικρός Μαυριτανός, με χαριτωμένη ριγωτή φορεσιά και ο ίδιος ο Ντομένικο, γονατιστός δεξιά και δείχνοντας ένα πρόσωπο πίσω του, που θα είναι ίσως ο δωρητής.
Στο πρώτο επίπεδο είναι τα στέμματα των Μάγων και γύρω στη βάση που φέρει τη χρονολογία του πίνακα, είναι ο σάκος και το φλασκί, τα συνηθισμένα σύμβολα του ταξιδιού που προηγήθηκε από τη Γέννηση. Τα διακοσμημένα ερείπια της πύλης, δίνουν στην αφήγηση έναν τόνο μεγαλοπρέπειας. Στο βάθος η ιστόρηση διασπάται σε διαφορετικά επεισόδια. Τους ποιμένες στα βραχώδη υψώματα, που ακούν την καλή είδηση, τους καβαλάρηδες επάνω στους λόφους και στο κέντρο, το πλατύ λιμάνι της λιμνοθάλασσας.
Οι ισορροπημένες συνθέσεις του, πέρα από την τεχνική επιδεξιότητα και την διδακτική πρόθεση, διακρίνονται για την έντονη αίσθηση του χώρου και τον επίσημο μνημειακό χαρακτήρα τους, που ενισχύουν τα λαμπρά ενδύματα, οι ρεαλιστικές προσωπογραφίες και οι άφθονες στιγμιαίες λεπτομέρειες, εμπνευσμένες από τα φλαμανδικά πρότυπα. Οι κύκλοι των νωπογραφιών είναι από το αντιπροσωπευτικότερο είδος της τέχνης του, αλλά και οι φορητοί πίνακές του σε ξύλο, είναι αξιόλογοι για την καθαρή και συμμετρική σύνθεση και για τη σίγουρη και επιμελημένη τεχνική εκτέλεση. Σε αυτή τη γαλήνια και ευγενή «Προσκύνηση των Μάγων», το 1488, το χαριτωμένο και γελαστό τοπίο του βάθους με το ποτάμι, πλαισιώνεται από την προοπτικά σχεδιασμένη σκοτεινόχρωμη καλύβα, που αναδεικνύει τη φωτεινότητά του.
O Γκιρλαντάιο στο έργο του «Πορτραίτο του Φραντσέσκο Σασέττι και του εγγονού του» 1490, δεν προσπάθησε να τονίσει την κοινωνική θέση του μοντέλου, που ήταν τραπεζίτης, αλλά τα γηρατειά του, που δεν του είχαν ακόμα αφαιρέσει τη δύναμη και την υγεία, παρά τις φυσικές ατέλειες, όπως οι κρεατοελιές στη χοντρή μύτη. Ο γέροντας ξαναβρίσκει τη ζωτικότητά του κοντά στον εγγονό του, που ακουμπά με στοργή πάνω στον παππού. Το ίδιο ύφασμα από φλογερό κόκκινο, τονισμένο από τα γκρίζα και μαύρα που κυριαρχούν στο φόντο, βρίσκουμε στη φορεσιά και του γέρου και του παιδιού. Είναι σαν να ήθελε να τονίσει την συνέχεια του οικογενειακού δέντρου των Σασέττι.
Ο Γκιρλαντάιο παρουσίαζε ευχάριστα τις θρησκευτικές σκηνές, σαν να είχαν συμβεί στους πλούσιους Φλωρεντινούς του κύκλου των Μεδίκων, που ήταν οι προστάτες του. Στην νωπογραφία «Η Γέννηση της Παναγίας» 1491, παρατηρούμε τις συγγένισσες της μητέρας της, της Αγίας Άννας, που έρχονται να την συγχαρούν. Βλέπουμε ένα σπίτι που θα πρέπει να ανταποκρινόταν στη μόδα του τέλους του 15ου αιώνα και παρακολουθούμε μια τυπική επίσκεψη των εύπορων κυριών της καλής κοινωνίας. Ο ζωγράφος ήξερε πώς να οργανώσει αποτελεσματικά τις ομάδες του και πώς να τέρψει το μάτι. Έδειξε ότι συμμεριζόταν την κλίση των συγχρόνων του για την κλασική τέχνη, γιατί φρόντισε να ζωγραφίσει ένα ανάγλυφο με παιδιά που χορεύουν, με την κλασική τεχνοτροπία, στο βάθος της αίθουσας.
Βιβλιογραφία:
- E.H. Gombrich, 1998, «Το χρονικό της Τέχνης», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
- Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Τόμος 4ος, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
- Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Πινακοθήκη, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
- Τα Μεγάλα Μουσεία του Κόσμου, (Μουσεία Βατικανού-Ρώμη), (Ουφίτσι-Φλωρεντία), (Λούβρο-Παρίσι), 1970, Εκδόσεις Φυτράκη-Αθήναι
- Ιστοσελίδα της Wikipedia