Αν το «Adjustment Bureau» μου θύμισε κάτι ανάμεσα σε «Σκοτεινή Πόλη» και «Άγγιγμα του Κακού» τότε το Super 8 είναι η δεύτερη ταινία που βλέπω αυτή την περίοδο και μου θυμίζει έναν άλλον συνδυασμό. Αυτόν των «Goonies» με τα «X-Files». Με την διαφορά ότι τουλάχιστον τα Goonies ήταν απολαυστικά και παραμένουν διαχρονικά. Με άλλα λόγια το «Super 8» είναι μια ταινία που μπορεί να έχει σκηνοθέτη τον J.J. Abraams και στην παραγωγή τον Σπήλμπεργκ αλλά από ό,τι φαίνεται, από τον τρόπο που γυρίστηκε, πλασάρεται ως τα Goonies του 2011 και ο σκηνοθέτης τους ως ο Σπήλμπεργκ του σήμερα. Φαίνεται ότι το Χόλυγουντ έχει πολύ ανάγκη να επιστρέψει σε εκείνη τη δεκαετία του ?80 όπου οι εύπεπτες ταινίες, που ήταν υπερπαραγωγές όλες τους, έσπαγαν ταμεία και παράλληλα άφηναν εποχή. Αυτό που δεν φαίνεται να γνωρίζουν εκεί είναι οτι η συνταγή αυτή που πετύχαινε εκείνη τη δεκαετία δεν μπορεί να πετύχει εξίσου το ίδιο τριάντα χρόνια μετά...
Με μία κάμερα super8 ανά χείρας μία ομάδα παιδιών πάνε άγρια μεσάνυχτα για γύρισμα σε ένα παλιό σταθμό τραίνου έξω από την πόλη τους. Ο 12χρονος Τζο, που έχει χάσει πρόσφατα τη μητέρα του, βοηθάει τον φίλο του να ολοκληρώσει τα γυρίσματα της ταινίας του με ζόμπι ως υπεύθυνος του make up. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων ένα φοβερό δυστύχημα συμβαίνει καθώς εκτροχιάζεται διερχόμενο τραίνο. Το συμβάν αυτό φέρνει στην περιοχή, δευτερόλεπτα μετά, ολόκληρη την αεροπορία κάτι που βάζει τα παιδιά σε υποψίες αλλά όχι και τους ενήλικες συμπολίτες τους.
Το ενοχλητικό στοιχείο στο «Super 8» είναι ότι τα κλισέ που χρησιμοποιούνται στο σενάριο και που αναπόφευκτα μας πετάει στα μούτρα ο σκηνοθέτης, είναι τόσα μα τόσα πολλά ? από την πρώτη κιόλας σκηνή ? που το έργο αποτυγχάνει να περάσει το αίσθημα αναπόλησης μιας άλλης εποχής του σινεμά, όπου τα παιδιά-ήρωες μας έκαναν πάλι παιδιά και ο θεατής βυθιζόταν στο παραμύθι, ακόμα και αν το σενάριο ήταν εξωπραγματικό. Το ακόμα πιο ενοχλητικό είναι ότι ο Άμπραμς έχει κάνει πολύ καλή δουλειά σκηνοθετικά! Αν προσπεράσουμε τη σκηνή του εκτροχιασμού του τραίνου όπου δεν μένει τίποτα όρθιο και μας κόβει την ανάσα, την οποία θα συγκατάλεγα στις καλύτερες ανάλογες σεκάνς καταστροφής που έχουμε δει, γενικώς όλες οι σκηνές δράσης έχουν πολύ καλή καθοδήγηση από το σκηνοθέτη της, με καλή χρήση και τοποθέτηση της κάμερας σε κάθε σκηνή κάτι που τελικά αποδεικνύεται ατού για τον συνολικό ρυθμό της ταινίας για τις σχεδόν δύο ώρες που κρατάει αυτή.
Παρόλα αυτά το Super 8 δεν καταφέρνει ποτέ να απαγκιστρωθεί από τα αναχρονιστικά κλισέ που εγκαθίδρυσε από την πρώτη του σκηνή, με αποτέλεσμα να ξέρουμε σχεδόν συνεχώς προς τα που πάει το πράγμα και το μόνο που να μας κρατάει σε εγρήγορση να είναι η δράση ως γύρισμα και όχι η δράση ως... δράση. Ειδικά μετά την πρώτη ώρα το ενδιαφέρον μας αρχίζει να ολισθαίνει καθώς ο θλιμμένος πιτσιρίκος μετατρέπεται σε ατρόμητο ήρωα και το τέρας, που μέχρι τότε παρέμενε στις σκιές, να κάνει όλο και πιο συχνά την εμφανισή του με αποτέλεσμα να χάνεται σταδιακά και το όποιο σασπένς εκεί.
Το απολαυστικό στοιχείο λοιπόν πέραν από την σκηνοθεσία του Άμπραμς είναι η ύπαρξη των μικρών ηθοποιών, που σηκώνουν την ταινία στις μικρές τους πλάτες και την φέρνουν εις πέρας όσο πιο αξιοπρεπώς μπορούν. Στην αντίπερα όχθη η πληθώρρα των ενοχλητικών στοιχείων, που προαναφέρθηκαν, που εκβιάζουν συναισθήματα ? επιτυχώς στις Η.Π.Α. και ανεπιτυχώς σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του πλανήτη με καλό μέσο όρο I.Q. ? δεν αφήνει αυτή την ταινία να ξεπεράσει την μετριότητα και να την καταγράψει ως μια αναμασημένη συνταγή δια χειρός ενός σκηνοθέτη που θέλει να μοιάσει στον Σπήλμπεργκ (ή θέλουν τα στούντιο του Χόλυγουντ να τον κάνουν να μοιάζει). Ναι μεν... αλλά... Καλύτερα σε DVD και με πίτσες.