Harry Brown

Ο Χάρυ Μπράουν είναι ένας ηλικιωμένος κύριος, που μόλις χήρεψε, ενώ κι ο ίδιος πάσχει από εμφύσυμα. Παίζει σκάκι στην παμπ της γειτονιάς του, στην οποία πηγαίνει κάνοντας έναν μικρό κύκλο καθώς η υπόγεια διάβαση από το σπίτι του προς την απέναντι μεριά είναι κατειλημμένη από μία τοπική συμμορία, που έχει σαν χόμπι της την διακίνηση ναρκωτικών, τις διαρρήξεις οχημάτων και διαμερισμάτων, τους φόνους και οποιαδήποτε άλλου τύπου βιαιοπραγία απέναντι σε οποιονδήποτε τύπο πολίτη. Όταν χάνει μετά την γυναίκα του και τον καλύτερο του φίλο, που δολοφονούν κάποια από τα μέλη αυτής της συμμορίας, συνειδητοποιεί πως έχει μείνει μόνος σε έναν κόσμο όπου η αλητεία είναι η τοπική εξουσία και η αστυνομία η τοπική ανυπαρξία.

Ο Μάικλ Κέην είναι ο Χάρυ Μπράουν. Ένας από τους σπουδαιότερους βρετανούς ηθοποιούς όλων των εποχών, σε ηλικία πλέον 77 ετών, καλέστηκε να υποδυθεί έναν μοναχικό ηλικιωμένο, που λόγω προτέρου βίου στους πεζοναύτες, δεν έχει ξεχάσει πώς να σηκώνει και να σημαδεύει με ένα όπλο. Η ποιότητα του συγκεκριμένου ηθοποιού είναι που ανεβάζει τόσο πολύ τον «Χάρι Μπράουν» του νέου σκηνοθέτη Ντάνιελ Μπάρμπερ ? μόλις η δεύτερη αποπειρά του από αυτό το πόστο ? καθώς το φιλμ βρίθει από στερεότυπα, που αν έλειπε ο υποκριτικός ογκόλιθος του Μάικλ Κέην πιθανολογώ ότι θα έμοιαζαν κατά διαστήματα αφόρητα.

Εδώ όμως ευτυχούμε να έχουμε τον μοναδικό τρόπο του Μάικλ Κέην να λέει μικρές απλές ατάκες όπως «δεν είχα πει ποτέ σε κανένα πιο πριν αυτή την ιστορία» πάνω από το ετοιμοθάνατο κορμί ενός «παραγωγού» ναρκωτικών ή ακόμα και να κλαίει με «κουρασμένους» λυγμούς ? λόγω της ηλικίας του ? όταν μαθαίνει τον απρόσμενο θάνατο του φίλου του Λέοναρντ. Η ιστορία έχει την εξέλιξη? ευθείας γραμμής αλλά ο χαρακτήρας του Κέην είναι τέτοιος που μας αποσπά την προσοχή και μας καθοδηγεί στο να τον παρακολουθούμε προσεκτικά κι από κοντά σε κάθε του κίνηση. Με μία σχεδόν αδιόρατη θεατρικότητα ο Κέην κατορθώνει να μας επικοινωνήσει κάθε σκέψη, και επιθυμία του χαρακτήρα του. Και ενώ όλα οδεύουν προς τα εκεί που όλοι μας θα περιμέναμε ? οι κακοί που μέχρι πρότινος ήταν ατιμώρητοι επιτέλους θα τιμωρηθούν και οι αστυνόμοι που αδιαφορούσαν θα συνεχίσουν να το κάνουν ? υπάρχει αυτός ο χαρακτήρας, το όνομα του οποίου είναι απολύτως δικαιολογημένα και ο τίτλος της ταινίας, που την διαφοροποιεί από τόσα και τόσα άλλα φιλμ όπου απλοί πολίτες παίρνουν το νόμο στα χέρια τους και ξεκινούν μία σταυροφορία αυτοδικίας.

Με απόλυτα βρετανικό γύρισμα, αργόσυρτο, κενό από πομπώδη στοιχεία, σκοτεινή απεικόνιση των κακόφημων δρόμων αλλά και των υγρών εσωτερικών χώρων, ο Μπάρμπερ προσδίδει ρεαλισμό αλλά όχι και το δικό του προσωπικό στίγμα σε ένα φιλμ που αν μη τι άλλο προσφερόταν για έναν νέο σκηνοθέτη να δείξει τι μπορεί να κάνει. Αν έκανε λίγο πιο «προσωπική» δουλειά θα μπορούσε να αποκτήσει το φιλμ νεύρο και να μην καταλήξει τόσο άτονο και απρόσωπο. Σίγουρα είναι μία πολύ αξιόλογη πρόταση για τους φίλους των σκοτεινών, βίαιων μα ρεαλιστικών ιστοριών εκδίκησης αλλά πραγματικά ο μόνος λόγος που ξεπερνάει την μετριότητα είναι ο Μάικλ Κέην, που εδώ μου θύμισε λίγο από Χάρι Πάλμερ και «Get Carter» μαζί. Όσοι έχετε δει αυτές τις παλιές του ταινίες μπορείτε να προσπεράσετε αυτή. Όσοι δεν τις έχετε δει και θαυμάσετε τον Κέην εδώ ανακαλύψτε τις για να συμπληρώσετε το παζλ του ταλέντου αυτού του ανθρώπου.