District 9

Στο Γιοχάνεσμπουργκ, του κοντινού μέλλοντος, ένα τεράστιο εξωγήινο διαστημόπλοιο «αράζει» αιωρούμενο πάνω από την πόλη. Η άνθρωποι παίρνουν την πρωτοβουλία να επισκεφτούν το ΑΤΙΑ και η ανακάλυψη τους είναι ένας τεράστιος πληθυσμός υποσιτισμένων εξωγήινων. Για λογαριασμό τους, μιας και δεν αποτελούν πραγματική απειλή, δημιουργούν ένα γκέτο και τους μαντρώνουν. Κατά τη διαδικασία μεταφοράς τους όμως κάποια στιγμή από το γκέτο αυτό σε ένα «πιο σύγχρονο» ο, υπάλληλος της υπεύθυνης εταιρείας, Βίκους Βαν ντε Μέρβε μολύνεται με κάτι. Το αποτέλεσμα είναι ο στρατός να τον καταδιώκει κι αυτός να πρέπει να βρει καταφύγιο στο γκέτο των «Γαρίδων», όπως αποκαλούν οι άνθρωποι τους εξωγήινους αυτούς λόγω του παρουσιαστικού τους.

Το σεναριακό εύρημα εδώ είναι ένα: βάζεις έναν απλό καθημερινό άνθρωπο, που δεν σου γεμίζει και πολύ το μάτι για action hero, να εκτελεί χρέη κλητήρα που κάνει έξωση όχι σε ανθρώπους αλλά σε εξωγήινους. Κι αυτός ο κλητήρας δεν έρχεται σε επαφή με κάποια κοινή γρίπη αλλά με ένα εξωγήινο υγρό που τον μεταλλάσσει. Αν δηλαδή δεν υπήρχαν εξωγήινοι κι εξωγήινο υγρό δεν θα υπήρχε και ταινία. Αυτά τα δύο στοιχεία όμως είναι οι βάσεις για μία σπουδαία ταινία.

Το σκηνοθετικό εύρημα είναι επίσης ένα: κάνεις τον θεατή να νοιώθει πως είναι σπίτι του και έχει γυρίσει κανάλι και να παρακολουθεί κάποιο ντοκιμαντέρ του BBC, ιδιαίτερου ενδιαφέροντος. Οπότε ξεχνάει ότι βλέπει ταινία. Ξεχνάει ότι βλέπει μία περιπέτεια επιστημονική φαντασίας, με μεγάλη δόση πολιτικού σχολίου, και το βασικότερο, ξεχνάει ότι βλέπει εξωγήινους. Μετά από 10 λεπτά που παρακολουθεί κάποιος το District 9 είναι τρόπο τινά πεπεισμένος ότι όσα μας παρουσιάζονται είναι αληθή και μετά από 30 λεπτά έχει συνηθίσει τους εξωγήινους σε βαθμό που να τους βλέπει με συμπάθεια και να αρχίζει και να μιλάει για αυτούς σαν να είναι όντως κάποιοι κακομοίρηδες πρόσφυγες που δεν τους μεταχειρίζονται καλά οι ντόπιοι? άνθρωποι.

Εύρημα στο εύρημα και εξέλιξη στην εξέλιξη σε μία ιστορία που τρέχει από την αρχή μέχρι το τέλος χωρίς σταματημό και χωρίς περιττά στοιχεία. Το ντοκιμαντέρ αποκτά μυθοπλαστική μορφή όταν μπαίνουν στον χορό και διάλογοι μεταξύ του ήρωα και της φουκαριάρας της? γυναίκας του. Αλλά μέχρι εκεί. Όλα τα άλλα, για τα οποία έχουμε πειστεί από την αρχή της ταινίας, τρέχουν σε ρυθμούς φρενήρους ντοκιμαντέρ. Απόλυτα πειστικά εφέ, κάμερα γεμάτη νεύρο αλλά και φαντασία, ένας ηθοποιός μια ταινία μόνος του και γενικά ένα σύνολο αξιοπρόσεκτο όσο και καθηλωτικό.

Το District 9 είναι μία από τις μεγάλες εκπλήξεις της φετινής χρονιάς. Ήρθε από το πουθενά κι αποτέλεσε μία νέα πρόταση στις περιπέτειες επιστημονικής φαντασίας. Σαν να φωνάζει «σταματήστε λίγο με τα εντυπωσιακά εφέ και τους άλλους γαλαξίες, αντιστρέψτε τα πάντα και φέρτε τον εξωγήινο στην εξώπορτα μας να ζητιανεύει». Εκεί είναι το ψωμί. Και εδώ που τα λέμε αναρωτιέμαι πως κανείς πριν τον νοτιοαφρικανό Νηλ Μπλόκαμπ δεν το είχε σκεφτεί ήδη κάνει κάτι τέτοιο με αυτό τον τρόπο. Εξ ου και το όνομα του Πήτερ Τζάκσον στην παραγωγή, που προφανώς του άρεσε η ιδέα του Μπλόκαμπ και είπε να βάλει κι αυτός το χεράκι του (εξ ου ακόλουθα κι η ποιότητα των ψηφιακών εφέ). Η ταινία είναι άκρως προτεινόμενη για τους φίλους των ωραίων περιπετειών, που όχι μόνο δεν είναι προχειροφτιαγμένες αλλά εμπεριέχουν και αρκετές ωραίες εμπνεύσεις. Εν προκειμένω το District 9 έχει όσες ακριβώς χρειάζεται για να συμβούν δύο πράγματα: να χαρακτηριστεί καλτ ταινία από την πρώτη της κιόλας θέαση και κατόπιν να γίνει αντικείμενο συζήτησης για το σε ποιου φίλου μας το σπίτι θα την δούμε πάλι για να την ευχαριστηθούμε? πάλι!