«Πρέπει άραγε ένας Ολλανδός ποιητής να γνωρίζει Ελληνικά και Λατινικά;[...] Ο Παρνασσός μας πέφτει κάπως μακριά, δεν έχουμε εδώ Ελικώνα, μόνο αμμολόφους, άλση και ρυάκια. Το θέμα μας είναι αυτού του τόπου τα λιβάδια, οι χείμαρροι, τα ποταμάκια∙ κι ακριβώς αυτά είναι που αγαπάμε τόσο απεγνωσμένα»
Με αυτό το ποίημα, ο Ολλανδός λόγιος, Hendrick Laurensz. Spieghel εξυμνεί τα τοπία της χώρας του, διακηρύσσοντας έτσι την ανάπτυξη της τοπιογραφίας, που βρήκε το απόγειό της στη ζωγραφική της εποχής. Πρόκειται για τις αρχές του 17ου αιώνα, όταν οι Ολλανδοί τοπιογράφοι στρέφονται στο φυσικό κάλλος της χώρας με πρωτόγνωρο ενδιαφέρον και το καθιστούν αυτόνομο θέμα στη ζωγραφική.
Στέεν Γιάν (Jan Steen), Ολλανδός ζωγράφος, (Λέυντεν 1626-1679). Μαθητής και γαμπρός του Γιάν Βαν Γκόγιεν, ανήκε από το 1648 στη συντεχνία των ζωγράφων του Λέυντεν και κατόπιν εργάστηκε διαδοχικά στη Χάγη, στο Ντελφτ, στο Χάαρλεμ και πάλι στο Λέυντεν. Κάνοντας συγχρόνως τον ταβερνιάρη στο Ντελφτ, συνδύαζε όπως και άλλοι Ολλανδοί ζωγράφοι, το επάγγελμα με την τέχνη. Ήταν ο κατά εξοχήν ζωγράφος ρωπογραφιών, που έπαιξε στον χρυσό αιώνα της ολλανδικής τέχνης, τον ρόλο του λαμπρού χρονικογράφου και του πνευματώδους αφηγητή των ηθών και των εθίμων. Η εξαιρετική αφηγηματική φαντασία του εκφράστηκε με μια πλατιά θεματογραφία χαριτωμένων και εύθυμων καταστάσεων, όπου εκδηλώνεται μαζί με το καλοπροαίρετο και αισιόδοξο πνεύμα του, περισσότερο εντυπωσιακό παρά βαθύ, η ευημερία και το κέφι της αστικής κοινωνίας της εποχής του.