Slumdog Millionaire

  • Εκτύπωση

Νεαρός Ινδός, που μεγάλωσε στις παραγκουπόλεις της Βομβάης, συμμετάσχει στο παιχνίδι «Ποιος Θέλει Να Γίνει Εκατομμυριούχος» και διεκδικεί μέχρι και 20 εκατ. ρουπίες. Αρκεί να δώσει την σωστή απάντηση.

Ένας μεσήλικας Ινδός διπλωμάτης, με υπηρεσία σε ΗΠΑ και Αγγλία, είναι ο υπεύθυνος για τη σύλληψη του ανωτέρω κόνσεπτ. Το μυθιστορημά του έγινε σενάριο και το σενάριο πέρασε στα χέρια του ικανότατου Βρετανού Ντάνυ Μπόυλ. Και εγένετο το «Slumdog Millionaire», των 8 Όσκαρ, μεταξύ αυτών και το καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και σεναρίου.

Το σενάριο ως σύλληψη είναι... ασύλληπτης ομορφιάς. Μια εξαίσια έμπνευση που δεν αφήνει περιθώρια να μην αγκιστρώσει το ενδιαφέρον του θεατή πάνω στην ιστορία και την εξελιξή της από το πρώτο λεπτό. Πολύπλευρο, πολυεπίπεδο και πολλαπλών αναγνώσεων. Με κεντρικό άξονα τον νεαρό Τζαμάλ, καύσιμο του κινητήρα του τα κινητρά του χαρακτήρα του και αλατοπίπερο, τους συνοδοιπόρους του στη ζωή ή όσους είχε ανταμώσει μέχρι και τη στιγμή που κάθισε στην καρέκλα του τηλεπαιχνιδιού απέναντι από τον παρουσιαστή του. Ο «τσαγάς», το παιδί που σερβίρει, είναι μία ερώτηση μακριά από τα 20 εκατομμύρια. Και όλοι μας, δύο ώρες θέασης μετά από αυτή την αρχική σεκάνς, ευχόμαστε να κερδίσει όχι γιατί συμπάσχουμε αλλά γιατί είμαστε ανήμποροι να επιθυμήσουμε οτιδήποτε άλλο μετά από ένα τέτοιο συγκλονιστικό δίωρο που έχει προηγηθεί.

Ο Ντάνυ Μπόυλ είναι ένας πολύ χαρισματικός σκηνοθέτης. Αναλαμβάνει πρωτίστως εδώ να μην προδόσει το κειμενό του και τα καταφέρνει με τέτοια μαεστρία που στο τέλος με έκανε να αναφωνήσω (αν και η σκέψη στο μυαλό μου ερχόταν και πήγαινε κάθε δέκα λεπτά) πως δημιούργησε το απόλυτο έργο τέχνης της χρονιάς. Σαφέστατα το σενάριο είναι σε πρώτο πλάνο ο κύριος υπαίτιος της επιτυχίας του φιλμ. Η σύλληψη του να μιλήσεις για τη ζωή, τον έρωτα, το χρήμα, την τόλμη, την ειλικρίνεια και τις συμπτώσεις χρησιμοποιώντας το εύρημα του τηλεπαιχνιδιού, για να δώσεις παράλληλα τις διαστάσεις των εξωφρενικά μεγάλων αντιθέσεων όλων αυτών των στοιχείων είναι πέρα από κάθε αμφιβολία η πλέον ενδιαφέρουσα που αντικρύσαμε τα τελευταία χρόνια. 

Μικρό και καλό παιδί στις παραγκουπόλεις ζει και μεγαλώνει με μάνα και αδερφό που είναι κι αυτός μικρός αλλά όχι τόσο καλός. Εισαγωγή σε χαρακτήρες με διαφορετικές ροπές και συμπεριφορές. Οι ίδιες ροπές και οι ίδιες συμπεριφορές τους χαρακτηρίζουν ακόμα και όταν ενηλικιώνονται. Ειλικρινής και αγνός ο ένας, φιλοχρήματος και καθόλου αγνός ο άλλος. Μετά από αυτό το κρατούμενο περνάμε σε εκείνο της εμμονής. Εμμονή στον έρωτα ο ένας, εμμονή με την εξουσία και το χρήμα ο άλλος. Και βγάζοντας όλο αυτό από το μικροσκόπιο των χαρακτήρων βλέπουμε το ίδιο ακριβώς να συμβαίνει σε ένα τεράστιο πληθυσμιακά έθνος που η πλειοψηφία ζει καθημερινά σε άθλιες συνθήκες ενώ ταυτόχρονα τα εκατομμύρια μοιράζονται αφιδώς στην τηλεόραση. Πως μπορεί λοιπόν ένας τέτοιος άνθρωπος να έχει καταφέρει να είναι μία ερώτηση πριν τα 20 εκατομύρια ρουπίες; Τι κρύβει; Τι ξέρει; Τι τον εχει βοήθησει τόσο πολύ μέχρι εκείνη τη στιγμή στη ζωή του και έχει φτάσει σε αυτό το σημείο; Έκλεψε; Είναι απλά τυχερός; Είναι ιδιοφυία; Ή μήπως του είναι γραφτό;

Ακριβώς με αυτό το τρόπο και αυτά τα ερωτήματα ξεκινάει η ταινία. Κι ο Ντάνυ Μπόυλ ξεδιπλώνει το κουβάρι της ζωής του Τζαμάλ για να βρει μαζί μας τη σωστή απάντηση. Ο Βρετανός αριστοτέχνης του «Trainspotting» θριαμβεύει εδώ ως καλλιτέχνης και όχι σαν απλός σκηνοθέτης. Με τις γνωστές γωνίες του και τους ρυθμούς που δίνει με την σκηνοθεσία του στην ροή της ιστορίας αποτυπώνει ιδανικά όχι μόνο την ιστορία του Τζαμάλ αλλά και ένα κομμάτι της χώρας του. Τα στοιχεία από Μπόλυγουντ είναι διάσπαρτα όχι για να μας δώσουν μία εύθυμη νότα, αλλά για να μεγαλώσουν ακόμα περισσότερο την αντίθεση της ζωής του ηρωά μας και της κουλτούρας ενός ολόκληρου έθνους. Κανείς δεν ξέρει στις φτωχογειτονιές της Βομβάης ποιανού το πρόσωπο είναι τυπωμένο πάνω σε ένα χαρτονόμισμα των χιλίων ρουπίων αλλά ο Τζαμάλ ξέρει ποιον έχει πάνω ένα εκατοσταδόλαρο...

Κατά τη διάρκεια της θέασης νοιώθεις ότι κάποιος σε έχει εκθέσει ανεπανόρθωτα σε μια αλυσίδα-αλληλουχία διαφορετικών συναισθημάτων και αντιδράσεων σχετικά με τα ερεθίσματα που σε βομβαρδίζουν. Αρχικά μένεις με ανοιχτό το στόμα άπαξ και διαπιστώσεις το μεγαλείο της αρχικής ιδέας να συνδέσει στιγμιότυπα της ζωής ενός τέτοιου ανθρώπου, με τις ερωτήσεις που του γίνονται, για να πας από τη μικρή εικόνα (μια απλή ερώτηση), στην μεσαίου μεγέθους (το πως ήξερε την απάντηση ο Τζαμάλ) και μετά στην πολύ μεγάλη εικόνα που είναι ο τρόπος ζωής, οι συνθήκες διαβίωσης και η κουλτούρα ενός έθνους. Εν συνεχεία κουνάς το κεφάλι σαν να παραδέχεσαι πως αυτό που αντίκρυσες δεν το περίμενες, πως η τροπή που πήραν τα πράγματα δεν μπορούσε να προβλεφθεί και πως και πάλι ο τρόπος που σημειολογικά όλα αυτά λειτουργούν σε μάτια και νου είναι πέρα για πέρα συγκλονιστικός. Και στο τέλος η αγωνία και η ικανοποίηση διαδέχονται η μία την άλλη δημιουργώντας ένα καυτό μάγμα χαράς και προβληματισμού.

Ο Ντάνυ Μπόυλ και η ταινία του πανάξια βραβεύτηκαν στα μεγάλα βραβεία τις χρονιάς (Χρυσές Σφαίρες, Bafta, Όσκαρ). Αυτός για το «Slumdog Millionaire», ο Ντάρεν Αρονόφκσυ για τον «Παλαιστή», ο Σαμ Μέντες με τον «Δρόμο της Επανάστασης» και ο Κλιντ Ήστγουντ για το «Gran Torino» είναι οι μόνοι που πέρυσι κατάφεραν να δημιουργήσουν τέτοια έργα τέχνης. Όμως το έργο τέχνης του Μπόυλ είναι αδιαμφισβήτητα όχι απλά το καλύτερο της χρονιάς αλλά από τα καλύτερα της δεκαετίας. Κι όλα οφείλονται στο τόσο μα τόσο πρωτότυπο και υπέροχα γραμμένο σενάριο. Αναφοράς χρήζει και η εξαιρετική μουσική επένδυση που έκανε με τις συνθέσεις του ο Ινδός συνθέτης Α.Ρ. Ράχμαν και ο οποίος επίσης πανάξια άρπαξε τα αγαλματίδια πρωτότυπης μουσικής και τραγουδιού. Όσο για τους ερασιτέχνες ηθοποιούς η πειστικοτητά τους ήταν παρούσα και η απουσία ταλέντου διόλου προφανής. Όπως όλα στην ταινία, κάθε τομέας της καλλιτεχνικός και τεχνικός, ήταν άψογος, έτσι ήταν κι αυτοί.

Η καλύτερη στιγμή του Μπόυλ μπορεί να παραμένει για πολλούς το «Trainspotting» (ίσως σκηνοθετικά) αλλά σαν σύνολο το κοπρόσκυλο που έγινε εκατομμυριούχος είναι έτη φωτός μπροστά... από οποιαδήποτε ταινία του. Κι αυτό γιατί είναι το καλύτερο έργο τέχνης της χρονιάς.