Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Πέμπτη, 12 Μαΐου 2011 00:12

Αθηναϊκές γκαλερί- Χέρι χέρι με την κρίση

Γράφτηκε από τον 

Η χώρα μας διανύει ήδη σχεδόν ένα χρόνο...λιτότητας, με την κρίση να... σφίγγει το ζωνάρι του Έλληνα κάθε μέρα και περισσότερο. Παρ? όλα αυτά, μια μορφή ψυχολογικής αποσυμφόρησης, που πάντα βοηθούσε τον άνθρωπο σε δύσκολες περιόδους, ήταν και παραμένει η τέχνη. Κι αν η Αθήνα δεν συγκαταλέγεται στον κατάλογο των ευρωπαϊκών πρωτευουσών τέχνης, οι γκαλερί της είναι αξιολογότατες, πολλές από αυτές με πολύ μεγάλη επισκεψιμότητα και συχνά με εντυπωσιακούς τζίρους. Εντούτοις, δεν είναι υπερβολή να πούμε πως το φιλότεχνο κοινό, μπολιασμένο από την ανησυχία του τι μέλλει γενέσθαι, κάτι που ταλανίζει όλους μας τελευταία, περιόρισε τις συχνές του επισκέψεις σε χώρους τέχνης, πολύ δε περισσότερο «έκοψε» τις αγορές του, αντιμετωπίζοντάς τες, προς το παρόν, μάλλον ως σπατάλη, παρά ως τέρψη ψυχής και πνεύματος.

Βέβαια το φαινόμενο δεν είναι μόνο ελληνικό. Η κρίση στην τέχνη είναι διεθνής. Σε πρόσφατη δημοπρασία έργων τέχνης που διοργάνωσε ο οίκος Christie?s στο Λονδίνο, κανένας λάτρης του... σπορ δεν είπε το «ναι» στον 7 εκατομμυρίων λιρών (!) πίνακα του Γκογκέν, που θεωρείτο το φαβορί προς πώληση. Έτσι, η «Ελπίδα» του 1901, νεκρή φύση με ηλιοτρόπια, φόρος τιμής του καλλιτέχνη στον καλό του φίλο Βίνσεντ Βαν Γκογκ, που είχε πεθάνει 11 χρόνια νωρίτερα, έμεινε στα αζήτητα.

Οι αντι... ρήσεις της κρίσης

«Η τέχνη είναι ψυχοθεραπευτική και πάντοτε λειτουργούσε ως καταφύγιο της ψυχής του ανθρώπου», μας λέει ο κ. Θανάσης Φρισίρας, ιδιοκτήτης της γκαλερί Thanassis Frissiras Gallery, υπογραμμίζοντας πως «η κρίση έχει επηρεάσει τα πάντα και προπάντων την ψυχολογία των ανθρώπων. Ο κόσμος είναι μουδιασμένος, ανεξάρτητα απ? το αν έχει πληγεί οικονομικά ή όχι». Ωστόσο, τονίζει ότι οι αξίες στην αγορά της τέχνης δεν έχουν επηρεαστεί, τουλάχιστον όσον αφορά σε περιπτώσεις αξιόλογων καλλιτεχνών: «Αυτό που έχει συμβεί ως συνέπεια της κρίσης είναι η μείωση των ?πράξεων?. Γίνονται πολύ λιγότερες πωλήσεις».

Για μη εναρμονισμένη ψυχολογία κοινού και κρίσης κάνει λόγο και η κυρία Ελίζα Γρηγοράκη, υπεύθυνη Τύπου και Επικοινωνίας της γκαλερί Αίθουσα Τέχνης Αθηνών. «To φιλότεχνο κοινό που επισκεπτόταν την Αίθουσα Τέχνης Αθηνών συνεχίζει να έρχεται», λέει η κυρία Γρηγοράκη, διασαφηνίζοντας ότι «αυτό που έχει αλλάξει είναι η συχνότητα των επισκέψεων και ότι το κοινό έχει γίνει πιο επιλεκτικό στις αγορές του. Η ενασχόληση με την τέχνη βοηθά τον άνθρωπο να ικανοποιήσει ψυχικές του ανάγκες και να αφυπνιστεί».

Βέβαια, η κρίση «άγγιξε» τις αθηναϊκές γκαλερί και με τρόπους που γκαλερίστες και κοινό δεν θα μπορούσαν να φανταστούν πρωτύτερα. Οι βασικότεροι, όπως αναφέρει ο κ. Μανώλης Κανακάκις, ιδιοκτήτης της Gallery 7, είναι «οι απεργιακές κινητοποιήσεις των εργαζομένων στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς και οι σχεδόν καθημερινές διαδηλώσεις στην καρδιά της Αθήνας». Εξαιτίας των συχνών απεργιών και του «κλειστού» κέντρου, το φιλότεχνο κοινό αδυνατεί να προσεγγίσει εύκολα τις γκαλερί, οι περισσότερες εκ των οποίων βρίσκονται σε κεντρικά σημεία της πόλης. Ως αποτέλεσμα, οι γκαλερίστες αντικρίζουν άδειες αίθουσες τέχνης ?δεν πηγαίνει το κοινό ούτε καν απλώς και μόνο για να δει την έκθεση? και, φυσικά, μειωμένο τζίρο λόγω μηδενικών πωλήσεων. «Οι κινητοποιήσεις και το κυκλοφοριακό έχουν κάνει πολύ δύσκολη την πρόσβαση στο κέντρο, με αποτέλεσμα να επιβαρύνεται η ήδη βεβαρημένη κατάσταση στην Αθήνα», υπερθεματίζει η κυρία Γρηγοράκη, τονίζοντας πως το κοινό είναι κουρασμένο «ψυχολογικά και πρακτικά με όλη αυτή την ταλαιπωρία που υφίσταται», κι έτσι μειώνεται σημαντικά η συχνότητα των επισκέψεων και στις γκαλερί.

Η παραοικονομία στο απόγειό της

Δεν είναι χθεσινή υπόθεση το παράνομο εμπόριο έργων τέχνης, όπως, άλλωστε, δεν είναι πρωτάκουστο να πωλούνται πίνακες σε «ιδιωτικές» συναντήσεις. Άνθρωποι του παραεμπορίου της τέχνης, που προωθούσαν «μαύρες» αγορές από το σπίτι τους ή τους εκάστοτε ιδιόκτητους χώρους τους χωρίς τον «πονοκέφαλο» του ενοικίου και παρεμφερών πάγιων πληρωμών που απαιτούνται για την ύπαρξη και τη συντήρηση μιας γκαλερί, υπήρχαν σχεδόν πάντα. Μόνο που τώρα με την κρίση πολλαπλασιάστηκαν, διότι η ανυπαρξία των βασικών μηνιαίων εξόδων μιας γκαλερί δεν τους είναι βραχνάς και, ως εκ τούτου, έχουν τη δυνατότητα να ρίχνουν σημαντικά τις τιμές των προς πώληση έργων. «Πάντα στις κρίσεις γίνεται ένα ξεκαθάρισμα, μια διόρθωση πραγμάτων. Στις κρίσεις επιβιώνουν οι δυνατοί», λέει ο κ. Φρισίρας, ο οποίος πιστεύει πως με το ξεμούδιασμα του κόσμου έπειτα από το αρχικό οικονομικό σοκ και την «επάνοδό» του στις αίθουσες τέχνης, τα πράγματα καλυτερεύουν. Από την άλλη, η κυρία Γρηγοράκη υποστηρίζει πως «η παραοικονομία επιβαρύνει μια κατάσταση είτε πρόκειται για περίοδο κρίσης είτε πρόκειται για περίοδο μη κρίσης». Συμφωνώντας με τον κ. Φρισίρα, ευελπιστεί ότι «όλη αυτή η άκρως στενάχωρη κατάσταση στην Ελλάδα να βοηθήσει να τοποθετηθούν κάποια πράγματα σε μια σωστότερη βάση».

Η τέχνη σβήνει την κατήφεια κι οι χαμηλότερες τιμές το παράπονο

Κι αν και η αισιοδοξία δεν έχει εκλείψει, κυρίως διότι η τέχνη και η ανάγκη να μας θρέφει εξαπλώνονται στην Αθήνα ?με χειροπιαστό παράδειγμα τις γκαλερί που «ξεφυτρώνουν» στην πόλη σε όλο και περισσότερα σημεία της, με κύριους πυρήνες τις αναπτυσσόμενες περιοχές του Βοτανικού, του Μεταξουργείου και του Ψυρρή?, ο ιδιοκτήτης της Gallery 7 αναφέρει μια δυσκολία της εποχής: «Μέχρι και τον Ιούνιο του 2010 δεν είχαμε αισθανθεί ως γκαλερί αυτό που βιώνουμε σήμερα. Όμως από τότε κι έπειτα, αν και οι εκθέσεις που κάναμε πούλησαν έργα τους, εμείς δεν είμαστε πλέον σε θέση να προγραμματίσουμε τις επόμενες εκθέσεις με προοπτική ενός έτους ή έξι μηνών, παρά πορευόμαστε μήνα με το μήνα». Παρ? όλα αυτά, η κυρία Γρηγοράκη από την Αίθουσα Τέχνης Αθηνών λέει με θετικό πνεύμα πως «η κρίση θα βοηθήσει την ίδια την τέχνη. Ιστορικά, οι κοινωνικοπολιτικές και οικονομικές κρίσεις έχουν ενδυναμώσει την τέχνη, υπό την έννοια ότι οι καλλιτέχνες αλλάζουν τη συμπεριφορά της καλλιτεχνικής τους συνείδησης. Επειδή βιώνουμε τώρα αυτή την κατάσταση, δεν έχουμε τη χρονική απόσταση για μια αντικειμενική εξέταση του όλου. Είναι πεποίθησή μου ότι η τέχνη μπορεί και να βοηθήσει μια κοινωνία και να αλλάξει πράγματα. Πολλά πράγματα που δεν τολμά κανείς να τα πει τα λέει η ίδια η τέχνη». Άραγε, όμως, στις τιμές, που είναι το μείζον ζήτημα για έναν ενδιαφερόμενο αγοραστή, υπάρχει ελαστικότητα από πλευράς καλλιτεχνών και γκαλερί;

Ο κ. Θανάσης Φρισίρας είναι αποστομωτικός, ξεκαθαρίζοντας πως αυτό δεν συμβαίνει. «Η πολιτική τής γκαλερί είναι ξεκάθαρη και απόλυτη στη συνεργασία της με τους καλλιτέχνες, όσον αφορά στην αξιολόγηση και την τιμολόγηση των έργων τους. Δεν προτείνει πτώση τιμών σε καμία περίπτωση, αλλά προβαίνει σε μεγαλύτερες εκπτώσεις και διευκολύνσεις πληρωμής», κάτι με το οποίο συμφωνεί και ο κ. Μανώλης Κανακάκις, που προτείνει πολλές άτοκες δόσεις αποπληρωμής, προτρέποντας έτσι το κοινό να αποκτήσει τα αγαπημένα του έργα. Άλλωστε, η Gallery 7, ήδη από την έναρξη της λειτουργίας της πριν από 25 χρόνια, είχε ως αρχή να «προσαρμόζεται» στη ροή της καθημερινότητας, με στόχο οι λάτρεις της τέχνης όχι μόνο να επισκέπτονται τις εκθέσεις, αλλά και να προβαίνουν σε αγορές έργων. Όπως και να ?χει, η τέχνη, αν και θεωρείται πολυτέλεια από πολλούς, για άλλους τόσους και περισσότερους είναι γιατρειά, παρηγοριά και «χαράζει» χαμόγελα στα πρόσωπα όσων την επιλέγουν ως «αντικαταθλιπτικό».

Οι διεθνείς φουάρ

Ειδικοί υποστηρίζουν ότι ένας τρόπος επίλυσης οικονομικών δυσχερειών είναι το «άνοιγμα» στο εξωτερικό. «Άνοιγμα» που στην περίπτωση της Ελλάδας δεν είναι και η ευκολότερη υπόθεση, αν αναλογιστούμε τη «στενή» αγορά μας και τους σχετικά άγνωστους καλλιτέχνες μας. «Πρακτικά», παρατηρεί ο κ. Φρισίρας, «παρουσιάζονται δύο καίρια ζητήματα. Πρώτον, ότι είναι ελάχιστοι οι Έλληνες καλλιτέχνες που μπορούν να σταθούν σε διεθνές επίπεδο και άρα έχει νόημα να παρουσιαστούν σε διεθνείς φουάρ. Και, δεύτερον, η συμμετοχή στις σημαντικές διεθνείς φουάρ απαιτεί μεγάλη οικονομική υποστήριξη». Κι εδώ έρχεται ο ρόλος της Πολιτείας και συγκεκριμένα του ΥΠΠΟ, το οποίο παραμένει αδρανές, προσποιούμενο την «τυφλόμυγα». Κάτι το οποίο αναφέρει ως αναποτελεσματικό παράγοντα και ο κ. Κανακάκις, διαπιστώνοντας τη μη συμμετοχή των κατεξοχήν ιθυνόντων στην προώθηση του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού και της τέχνης. Η εκπρόσωπος της Αίθουσας Τέχνης Αθηνών ?που έχει λάβει μέρος σε διάφορες διεθνείς εκθέσεις (Art Basel, FIAC Παρισίων, Art Paris κ.ά.)? ομολογεί ότι «με αυτό τον τρόπο προωθείται, αφενός, η ελληνική τέχνη στο εξωτερικό με άμεσα και έμμεσα οικονομικά οφέλη, αλλά υπάρχει και τεράστιο κέρδος από την προβολή της ελληνικής τέχνης στο εξωτερικό». Βέβαια, αν οι τόσο ένθερμοι υποστηρικτές της ελληνικής τέχνης είχαν τη στήριξη του κράτους, σαφώς και θα μιλούσαμε για διαφορετικό βεληνεκές επιτυχίας και, το κυριότερο, εσόδων.

Όταν το ΔΝΤ συνάντησε... την τέχνη

Η βαθιά οικονομική ύφεση στην οποία περιήλθαν χώρες στις οποίες «αγκυροβόλησε» το ΔΝΤ, κάθε άλλο παρά για «double-dip» μιλούν. Στην Αργεντινή και την Ουγγαρία σημειώθηκε άνθηση των τεχνών παρά τη διολίσθηση μισθών και συντάξεων. Ο κόσμος, στην προσπάθειά του να διαφύγει της κρίσης, δόθηκε ολόψυχα στην τέχνη, εκτινάσσοντας στα ύψη τον αριθμό θεατών και ακροατών σε θέατρα, σινεμά και όπερες, καθώς και των επισκεπτών σε γκαλερί. Η τέχνη, που σύμφωνα με τον κ. Φρισίρα είναι «το καταφύγιο της ψυχής», έγινε διέξοδος για πάρα πολλούς συνανθρώπους μας, που αφέθηκαν στη δημιουργία εν ώρα μεγάλων δυσκολιών. Ακολουθώντας τα βήματά τους, κατά τον ίδιο τρόπο και οι Αθηναίοι αφήνονται σιγά σιγά στις θεραπευτικές της ιδιότητες, επιλέγοντας την τέχνη για να ηρεμούν, να ανασυντάσσονται, να δημιουργούν και να εξωτερικεύουν όλα αυτά που τους δυσχεραίνουν καθημερινά τη δύσκολη αυτή περίοδο. Έχει, άλλωστε, προαναφερθεί η αύξηση χώρων τέχνης στην Αθήνα, ειδικά μετά τα οικονομικού τύπου ραπίσματα που μας κατάφερε το ΔΝΤ.

Παρόλο που υπήρξε «κοιλιά» στα εικαστικά και στην επισκεψιμότητα στις αίθουσες τέχνης, οι ρυθμοί ομαλοποιούνται και πάλι. Οι Αθηναίοι έχουν σε μεγάλη εκτίμηση το διαδραστικό χαρακτήρα της τέχνης, ενώ οι γκαλερίστες πορεύονται «τεχνηέντως», αποδεχόμενοι τις δυσκολίες και στρεφόμενοι και σε χορηγίες που, όπως και στην Ουγγαρία, έφεραν εξαιρετικά αποτελέσματα.

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα" στις 31/3/11