The Reader - Σφραγισμένα Χείλη

  • Εκτύπωση

Αχ αυτή η βιομηχανία του θεάματος αχ... Όταν έχεις δει ένα πραγματικά υπέροχο τρέηλερ, όταν έχεις στο καστ την πάντα υπέροχη Κέητ Γουίνσλετ, όταν βασίζεσαι σε ένα πολύ γνωστό βιβλίο, όταν ο σκηνοθέτης φέρει το όνομα Στήβεν Ντάλντρυ, δημιουργό των εξαιρετικών ταινιών «Billy Elliot» και «Οι Ώρες», τότε αν μη τι άλλο προσδοκάς να δεις ένα έργο αξιώσεων. Σίγουρα μία από τις μεγαλύτερες κινηματογραφικές παγίδες από την πλευρά του θεατή είναι να προσδοκά πάρα πολλά από ένα φιλμ πριν το δει. Το πιο συνετό στις μέρες μας είναι να διαβάζουμε τους συντελεστές είτε σε άρθρο, είτε ακόμα και πάνω στη αφίσα της ταινίας, να δούμε πιθανόν και το τρέηλερ (έχοντας πάντα, στο μπροστά μέρος του μυαλού μας, πως πρόκειται συνήθως για ένα διαφημιστικό παραπλανητικό τρικ) και μέχρι εκεί. Δεν χρειάζεται να ψάξει πολύ το στόρυ, το τι πραγματεύεται κ.ο.κ. Πολλές φορές η μαγεία έγκειται στο να μην γνωρίζουμε απολύτως τίποτα για το «παραμύθι» που θα ξεδιπλωθεί μπροστά στα μάτια μας.

Εν προκειμένω όμως ένας σχετικός ντόρος είχε προηγηθεί για κάποιες ταινίες. Όταν μάλιστα αναφερόμαστε σε ταινίες που κυκλοφορούν τους Οσκαρικούς μήνες, μεταξύ Δεκέμβρη και Φλεβάρη, τότε η πληροφορία που δημοσιεύεται μεγιστοποιείται, σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες. Έτσι για το The Reader, «Σφραγισμένα Χείλη», ο ελληνικός τίτλος, είχαμε ακούσει προ μηνών, μιας και η Κέητ Γουίνσλετ συμμετείχε τόσο σε αυτή όσο και στον «Δρόμο της Επανάστασης» του συζύγου της Σαμ Μέντες, δύο ταινίες για τις οποίες η ίδια βραβεύτηκε με δύο Χρυσές Σφαίρες, B? Γυναικείου για την πρώτη και Α? Γυναικείου για την δεύτερη.

Στα «Σφραγισμένα Χείλη» η Κέητ Γουίνσλετ είναι μία γυναίκα της μεταπολεμικής Γερμανίας, που συνάπτει σχέση με τον σχεδόν 20 χρόνια νεοτερό της Μάικλ Μπεργκ. Η σχέση τους μένει μυστική και το ρομάντζο που αναπτύσσεται μεταξύ τους έχει σαν βασικά συστατικά το πάθος, το σεξ και την... ανάγνωση. Ο νεαρός Μάικλ συνηθίζει όποτε την συναντά να της διαβάζει αποσπάσματα ή ακόμα κι ολόκληρα βιβλία, πριν την εξέλιξη της... συνευρεσής τους. Τα χρόνια όμως περνούν και οι ζωές τους παίρνουν μια πολύ διαφορετική όσο κι απρόσμενη τροπή.

Το τι τροπή παίρνουν όσοι είχαν δει πριν την ταινία το τρεηλέρ της το καταλαβαίνουν άμεσα. Όσοι όχι, τότε τους περιμένει μια μικρή έκπληξη. Ίσως λοιπόν τώρα κάποιος να αναρωτηθεί γιατί εφόσον το ίδιο το στούντιο δεν είχε πρόβλημα να κάνει την μικρή αποκάλυψη της πλοκής στο τρέηλερ έχω εγώ. Ο λόγος είναι απλός. Και πίσω από αυτόν τον λόγο κρύβεται και η ίδια η αποτυχία της ταινίας. Αυτό που αποκαλύπτει το τρέηλερ, σε κινηματογραφικό χρόνο μέσα στην ίδια την ταινία έχει περάσει πάνω από μία ώρα να το δούμε. Οι εσωτερικοί ρυθμοί της ταινίας είναι τόσο αργοί που ξαφνικά συνειδητοποιείς ότι βλέπεις ένα ζευγάρι και τη σχέση του για 50 λεπτά της ώρας! Δυστυχώς ο τρόπος προσέγγισης της ιστορίας από τον σκηνοθέτη Στήβεν Ντάλντρυ δεν ήταν επ?ουδενί ο ενδεδειγμένος. Η ιστορία που έχει να μας αφηγηθεί από μόνη της δεν είναι ένα δυνατό δράμα, παρότι είναι εξαιρετική σε σύλληψη, και για αυτό ο σκηνοθέτης θεώρησε πως όφειλε να το «μετατρέψει» σε ένα δυνατό δράμα. Όμως δεν απαιτούν όλα τα δράματα αργούς ρυθμούς, κοντινά πλάνα για να νοιώσουμε λίγο παραπάνω όσα νοιώθει ο ήρωας ή τέλος και κάποιες περιττές σκηνές για να δούμε πέραν των χαρακτήρων την διάδραση τους με ούτε καν δευτερεύοντες χαρακτήρες.

Το ότι η συγκεκριμένη ταινία «μπουσουλάει» είναι η καταδίκη της στη γκιλοτίνα. Διότι κατά τα λοιπά τόσο η Γουίνσλετ ξεδιπλώνει ακόμα περισσότερο το ταλέντο της, δείχνοντας ίσως και για πρώτη φορά τόσο έντονα πόσο σωματική ηθοποιός είναι, όσο και η ίδια η πλοκή πραγματικά αφήνει το στίγμα της στο νου μας, ότι το βιβλίο θα είναι πέρα από κάθε αμφιβολία εξαίσιο. Όσα συμβαίνουν στην ιστορία εμπεριέχουν ένταση, συγκίνηση, σύγχηση, και γενικά όλα εκείνα τα στοιχεία που μπορούν να βοηθήσουν τις δυναμικές της και άρα να μας εξιτάρουν κάθε τόσο το ενδιαφέρον. Όμως το ότι το φιλμ καταλήγει να είναι τριών θεματολογιών, τριών εποχών και τριών ταχυτήτων, παρά δίνει την εντύπωση μιας ενιαίας τραγικής ιστορίας, είναι ό,τι χειρότερο για τον θεατή που «πάει κι έρχεται» το ενδιαφέρον του για τα δρώμενα σαν να είναι γιο-γιο.

Όσο για τον Ραλφ Φάινς δεν χρήζει αναφοράς όχι γιατί είναι κακός αλλά γιατί φαντάζει με ποδοσφαιριστή, που μπαίνει αλλαγή στο 80ο λεπτό και έτσι δεν προλαβαίνει να αγγίξει μπάλα παρά ελάχιστες φορές. Η συμμετοχή του είναι αρκετά μικρή, παρότι μεγαλώνει λίγο ο χρόνος του στο πανί στην τρίτη και τελευταία πράξη του δράματος. Ο συγκεκριμένος ηθοποιός βέβαια είναι πάντα μια σταθερή αξία, ιδιαίτερα σε ταινίες του είδους.

Κατά την ταπεινή μου γνώμη το συγκεκριμένο εγχείρημα ήταν μια μεγάλη απογοήτευση. Ίσως κι εγώ ο ίδιος έπεσα στην παγίδα που ανέφερα στην αρχή, του ωραίου τρέηλερ, του εξαιρετικού επιτελείου και της τόσο «πιασάρικης» λεζάντας: «βασισμένο σε βιβλίο»! Όμως τα πάντα στο σινεμά όταν μεταγγίζονται από το τυπωμένο χαρτί στο νου του σκηνοθέτη τότε επαφύονται στις επιλογές και τις αποφάσεις αυτού και της προσεγγισής του στην αφήγηση της ιστορίας που διάβιασε πρωτύτερα στο χαρτί. Ο Στήβεν Ντάλντρυ φτιάχνει κόσμους απόλυτα πειστικούς. Όμορφη αναπαράσταση εποχών, όμορφη ατμόσφαιρα και μια υπέροχη ερμηνεία. Κατάφερε όμως να μετατρέψει αυτή την εξαιρετική ομαδική δουλειά σε ένα καθ?ολα αδιάφορο στόρυ. Ένα μεγάλο κρίμα, γιατί ήταν άλλη μια χαμένη ευκαιρία να βλέπαμε μια αριστουργηματική ταινία βασισμένη σε βιβλίο.